ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ
ΚΑΙ ΣμηΕΑ: ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟ ΘΕΜΑ
Από
Γ.Μ.Σκιάνη, Φυσικό-Γεωφυσικό
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Παρότι η
επιστήμη των καταστροφών εξελίσσεται εντυπωσιακά και μεγάλος αριθμός
επιστημόνων ερευνητών, διαχειριστών κρίσης και διαμορφωτών πολιτικής κινητοποιείται πάνω στο αντικείμενο για να
μειώσει την τρωτότητα και να βελτιώσει την προσαρμοστικότητα, ο αριθμός και η σοβαρότητα των καταστροφών αυξάνονται. Σε πολλές περιοχές, η
μεγάλη αύξηση του πληθυσμού σε συνδυασμό με τη μη βιώσιμη ανάπτυξη έχουν
μεγαλώσει δραματικά την τρωτότητα των
κοινοτήτων και των πόρων.
Για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα
στην προσπάθεια αρχικά μείωσης της αυξητικής τάσης και στη συνέχεια του αριθμού
και του μεγέθους των καταστροφών θεωρείται επιβεβλημένη μια στροφή της
επιστημονικής κοινότητας στην προσέγγιση του προβλήματος. Η διεπιστημονική – ολιστική (transdisciplinary) προσέγγιση
προϋποθέτει την συμμετοχή επιστημόνων από διαφορετικούς κλάδους σε έρευνα όπου
δεν τους απασχολούν μόνο τα θέματα της δικής τους ειδικότητας. Αυτοί οι
επιστήμονες προσπαθούν να κατανοήσουν την σύνθετη δομή του συνολικού
προβλήματος και όχι μόνο του τμήματος που αφορά τον κλάδο τους. Πρόκειται για
μια συνέργεια σε ανώτερο επίπεδο η οποία περιλαμβάνει τρεις συνιστώσες: 1.
Συνεργική διατύπωση του προβλήματος και δημιουργία συνεργικής ερευνητικής ομάδας.
2. Μεταφορά γνώσης και από κοινού επίτευξη λύσης μέσω της συνεργικής έρευνας. 3.
Ολοκλήρωση και εφαρμογή της λύσης στην επιστημονική και κοινωνική πρακτική.
Στα πλαίσια
της ολιστικής προοπτικής που περιγράψαμε, τα Συστήματα μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών –
ΣμηΕΑ (UAS) έχουν πολλαπλή εφαρμογή και η συμβολή τους είναι
πλέον καθοριστικής σημασίας.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η λέξη“Hazard” είναι επιστημονικός όρος και σημαίνει τον
παράγοντα που μπορεί να βλάψει τον άνθρωπο άμεσα ή έμμεσα. Ο παράγοντας αυτός
μπορεί να είναι φυσικός ή/και εξαρτώμενος από ανθρώπινη δραστηριότητα.
Η λέξη hazard προέρχεται από την παλαιά γαλλική γλώσσα αλλά χρησιμοποιείται
και στην σύγχρονη γαλλική με διαφορετική ορθογραφία (hasard) και σε εκφράσεις όπως par hasard και au hasard που σημαίνουν κατά
τύχη και στην τύχη. Η ρίζα της
λέξης πιθανολογείται ότι είναι αραβική από το zar, το ζάρι στα ελληνικά. Ούτως ή άλλως, η ετυμολογία του όρου
υποδηλώνει την ισχυρή συμβολή της τυχαιότητας στους παράγοντες αυτούς και την
εξ αυτής δυσκολία στην πρόβλεψη και στην διαχείρισή τους.
Στα ελληνικά
χρησιμοποιείται ο όρος επικινδυνότητα στη θέση του hazard. Οι επικινδυνότητες (hazards) διαιρούνται σε φυσικές και σε ανθρωπογενείς ή
τεχνολογικές. Ο όρος «ανθρωπογενής» είναι μάλλον πιο δόκιμος από τον όρο
«τεχνολογικός» διότι πολλές επικινδυνότητες που προέρχονται από εξ αμελείας ή εκ προθέσεως ανθρώπινη
δραστηριότητα (πχ εμπρησμοί) δεν έχουν σχέση με την τεχνολογία. Ανεξάρτητα
πάντως από την ορθή χρήση των όρων και αφού δεχτούμε συμβατικά τον διαχωρισμό
φυσικός – τεχνολογικός που χρησιμοποιείται και στην Διεύθυνση Καταστροφών της
ΕΑΓΜΕ, πρέπει να επισημάνουμε ότι, πολλές φορές, επικινδυνότητες που θεωρούνται γενικά φυσικής προέλευσης, όπως η πλημμύρα και η
ξηρασία, μπορούν να δημιουργηθούν και από την ανθρώπινη παρέμβαση, δηλαδή κακό
σχεδιασμό των απορροών και υπεράντληση με υπεράρδευση αντίστοιχα.
Όποια και αν είναι η
προέλευση των επικινδυνοτήτων, οι καταστροφές (disasters) που επιφέρουν στον άνθρωπο και στο περιβάλλον είναι πολύ
δύσκολα μετρήσιμες διότι συχνά τα αποτελέσματά τους επηρεάζουν ισορροπίες και επεκτείνονται σε μεγάλο βάθος χρόνου.
Αναφορές γίνονται συνήθως στον αριθμό των θυμάτων και το οικονομικό κόστος αλλά
σωστότερες προσεγγίσεις μπορούν να γίνουν αφού συνεκτιμηθούν πολλά δεδομένα που
συγκεντρώνονται με την παρέλευση μικρότερου ή μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος,
ανάλογα με το είδος και το μέγεθος της καταστροφής.
Οι επικινδυνότητες και οι συνακόλουθες
καταστροφές έχουν πολλές αιτίες
και μορφές: σεισμοί, ηφαίστεια, κατολισθήσεις, πυρκαγιές, μετεωρίτες, τσουνάμι,
τυφώνες, πλημμύρες, ξηρασίες, επιδημίες, λιμοί αλλά και μόλυνση της ατμόσφαιρας
και του εδάφους από χημικές,
οργανικές, ραδιενεργές και άλλες επιβαρύνσεις και διαρροές, τα ατυχήματα στις
μεταφορές, στις υποδομές, στην εργασία και σε άλλες δραστηριότητες που συνιστούν
μια μόνιμη απειλή για τον άνθρωπο και το ζωτικό περιβάλλον του, οπότε η αέναη
προσπάθεια για πρόληψη και αντιμετώπιση με συνεχή βελτίωση μεθόδων, μέσων και
τεχνικών είναι ύψιστη προτεραιότητα για την ανθρώπινη κοινωνία, την πολιτεία
και την επιστημονική κοινότητα.
Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΩΝ
ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ (DISASTER SCIENCE)
Από
τις αρχές της τρίτης δεκαετίας του εικοστού αιώνα διαφαίνεται μια τάση
συστηματοποιημένης επιστημονικής έρευνας με αντικείμενο τις φυσικές και
τεχνολογικές καταστροφές, με ιδιαίτερη έμφαση στις κοινωνικές
επιπτώσεις τους (Carr 1932, Prince 1920, White 1936, 1937).
Στις δεκαετίες του 1970 και του 1980 δίνεται έμφαση στις έννοιες τρωτότητα (vulnerability) και προσαρμοστικότητα (resilience) και στον ανθρώπινο παράγοντα περισσότερο από τα φυσικά αίτια (Ball 1975,
Comite´ d’Information Sahel 1975, Copans 1975, O’Keefe et al. 1976, Timmerman
1981, Tiranti 1977). Γίνεται
περισσότερο αντιληπτή η αναγκαιότητα της μελέτης των μεταβολών στο περιβάλλον
που οφείλονται στην ανθρώπινη παρέμβαση σε συνθήκες γρήγορης ανάπτυξης. Η
επιστήμη του περιβάλλοντος αξιοποιεί την γνώση και την πληροφορία από πολλές
ειδικότητες και κλάδους, το ίδιο και η επιστήμη των καταστροφών (disaster science). Καθοριστική είναι συμβολή της πληροφορικής που με
την καθιέρωση και ταχύτατη εξέλιξη των προσωπικών υπολογιστών και του
διαδικτύου πρόσφερε την δυνατότητα της συλλογής, αποθήκευσης, επεξεργασίας και
διάχυσης όλο και μεγαλύτερου όγκου πληροφορίας σε όλο και μικρότερο χρόνο.
https://link.springer.com/article/10.1007/s11069-016-2294-0
https://www.cairn.info/revue-politique-africaine-2013-2-page-5.htm
http://classiques.uqac.ca/contemporains/copans_jean/copans_jean.html
https://www.researchgate.net/publication/32017547_Taking_the_Naturalness_out_of_Natural_Disasters
Η
κινητή τηλεφωνία και τα GPS έγιναν το
απαραίτητο συμπλήρωμα αυτής της ραγδαίας ανάπτυξης, δίνοντας την δυνατότητα να
γνωρίζει κανείς σε πραγματικό χρόνο τι συμβαίνει και πού συμβαίνει. Οι
επιστημονικές εργασίες που αφορούν στην επιστήμη των καταστροφών έχουν αυξηθεί
εντυπωσιακά. Στην έκδοση του Elsevier (2017) A Global Outlook on Disaster Science γίνεται αναφορά σε έναν αριθμό 27273 δημοσιεύσεων
μεταξύ των ετών 2012 και 2016.
https://www.elsevier.com/research-intelligence/research-initiatives/disasterscience2017
Παρότι
όμως η επιστήμη των καταστροφών εξελίσσεται
εντυπωσιακά και μεγάλος αριθμός ένθερμων επιστημόνων ερευνητών, διαχειριστών
κρίσης και διαμορφωτών πολιτικής (policymakers) κινητοποιείται πάνω στο αντικείμενο για να μειώσει
την τρωτότητα και να βελτιώσει την προσαρμοστικότητα, ο αριθμός και η σοβαρότητα των καταστροφών αυξάνονται. Σε πολλές περιοχές, η
μεγάλη αύξηση του πληθυσμού σε συνδυασμό με τη μη βιώσιμη ανάπτυξη έχουν
μεγαλώσει δραματικά την τρωτότητα των
κοινοτήτων και των πόρων.
Για
μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην προσπάθεια αρχικά μείωσης της αυξητικής
τάσης και στη συνέχεια του αριθμού και του μεγέθους των καταστροφών, οι A. T. Ismail-Zadeh et al. (2017) θεωρούν επιβεβλημένη μια στροφή
της επιστημονικής και ειδικότερα της γεωεπιστημονικής κοινότητας στην
προσέγγιση του προβλήματος.
https://www.researchgate.net/publication/312064523_Forging_a_paradigm_shift_in_disaster_science
Η
άποψη των ερευνητών αυτών είναι ότι παρά το γεγονός της πολύ ποιοτικής έρευνας
που γίνεται στον τομέα του περιορισμού του κινδύνου
(risk), η εργασία συνήθως καθοδηγείται και υλοποιείται από επιστήμονες συγκεκριμένων
κλάδων, σε απόλυτη συνάφεια με την φύση της επικινδυνότητας (Gall et al. 2015). Δεδομένης
της πολυπλοκότητας και της πολυδιάστατης φύσης της έρευνας
κινδύνου (risk research), απαιτείται
μια καθολικότερη (whole-of-science) προσέγγιση.
Η
ειδική κλαδική έρευνα (disciplinary research)
εφαρμόζεται παραδοσιακά για να μελετήσει φύση και κοινωνία. Αυτή η έρευνα
ακολουθεί μία γνωσιακή διαδικασία που συνδέεται με υποθέσεις, θεωρίες, πρότυπα
και μεθόδους ενταγμένες σε συγκεκριμένο επιστημονικό κλάδο.
Η
πολυκλαδική έρευνα (multidisciplinary research)
βοηθάει στη διερεύνηση σύνθετων φυσικών ή/και κοινωνικών φαινομένων. Στα
πλαίσια αυτής της προσέγγισης, επιστήμονες από διάφορους κλάδους προσδιορίζουν
το πρόβλημα από κοινού αλλά δουλεύουν ανεξάρτητα αντιμετωπίζοντας συγκεκριμένα
θέματα, χρησιμοποιώντας μεθοδολογίες συνδεδεμένες με τον ειδικό κλάδο τους,
εξάγοντας ανεξάρτητα συμπεράσματα, δημοσιεύοντας τα αποτελέσματά τους σε
περιοδικά ειδικότητας, ενίοτε πολυκλαδικού χαρακτήρα.
Σε
αντίθεση με την πολυκλαδική έρευνα, η διακλαδική προσέγγιση (interdisciplinary approach) επιδιώκει
τη μεταφορά γνώσης από τον ένα κλάδο στον άλλο, την διαρκή αλληλοπληροφόρηση
και συσχέτιση των ευρημάτων αναπτύσσοντας κοινά συμπεράσματα παρ’ ότι
εξακολουθούν να δουλεύουν ανεξάρτητα, χρησιμοποιώντας ο καθένας τη δική του
μεθοδολογία.
Οι Aboelela et al. 2007, Hirsch Hadorn et al. 2008
υποστηρίζουν ότι, παρά τα πλεονεκτήματά της, η διακλαδική προσέγγιση δεν περιλαμβάνει την
συμμετοχή στελεχών δημόσιων φορέων, επιχειρήσεων και οργανώσεων της κοινωνίας
των πολιτών. Η έλλειψη αυτή αποδυναμώνει την προσπάθεια και την περιορίζει σε
καθαρά ακαδημαϊκό χαρακτήρα.
Η
διεπιστημονική – ολιστική (transdisciplinary) προσέγγιση προϋποθέτει την συμμετοχή επιστημόνων από διαφορετικούς
κλάδους σε έρευνα όπου δεν τους απασχολούν μόνο τα θέματα της δικής τους
ειδικότητας. Αυτοί οι επιστήμονες προσπαθούν να κατανοήσουν την σύνθετη δομή
του συνολικού προβλήματος και όχι μόνο του τμήματος που αφορά τον κλάδο τους.
Πρόκειται για μια συνέργεια σε ανώτερο επίπεδο η οποία περιλαμβάνει τρεις
συνιστώσες: 1. Συνεργική διατύπωση του προβλήματος και δημιουργία συνεργικής ερευνητικής
ομάδας. 2. Μεταφορά γνώσης και από κοινού επίτευξη λύσης μέσω της συνεργικής
έρευνας. 3. Ολοκλήρωση και εφαρμογή της λύσης στην επιστημονική και κοινωνική
πρακτική (Lang et al. 2012).
https://link.springer.com/article/10.1007/s11625-011-0149-x
Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΣμηΕΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ
ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ
Στα πλαίσια της ολιστικής προοπτικής που περιγράψαμε
στην προηγούμενη παράγραφο, τα Συστήματα μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών – ΣμηΕΑ (UAS) έχουν
πολλαπλή εφαρμογή και η συμβολή τους είναι πλέον καθοριστικής σημασίας.
Οι D.Giordan et al.
(2017) δίνουν το
πλαίσιο των εφαρμογών και πλεονεκτημάτων
των ΣμηΕΑ στη μελέτη και αντιμετώπιση
των φυσικών καταστροφών, το οποίο κάλλιστα
μπορεί να επεκταθεί και για την περίπτωση των τεχνολογικών
καταστροφών.
Είναι γνωστό ότι οι αεροφωτογραφίες και οι δορυφορικές
εικόνες αποτελούν κοινή πρακτική στη μελέτη των φυσικών
καταστροφών. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην αυξανόμενη διαθεσιμότητα
πρόσφατων εικόνων, όπως και στην ανάπτυξη των γεωδιαστημικών τεχνολογιών. Τα
δεδομένα αυτά αποδείχτηκαν πολύτιμα στην έρευνα καταστρεπτικών φυσικών
φαινομένων όπως οι σεισμοί, οι πλημμύρες, οι κατολισθήσεις κλπ.
Τα ΣμηΕΑ ήρθαν για
να δώσουν μια νέα, χωρίς προηγούμενο, διάσταση στην έρευνα και στην εφαρμογή,
με τις δυνατότητες που προσφέρουν σε χωρική και χρονική ανάλυση και την σάρωση
σε τοπική κλίμακα μερικών τετραγωνικών χιλιομέτρων, όπου η χρήση εναέριων
επανδρωμένων και δορυφορικών πλατφορμών θα μπορούσε να χαρακτηριστεί οικονομικά
ασύμφορη (Boccardo et al. 2015).
Η χρήση των ΣμηΕΑ
παρουσιάζει
αρκετά πλεονεκτήματα όπως:
1.
Δυνατότητα πτήσης σε χαμηλά και πολύ
χαμηλά ύψη, από τα 100-200m μέχρι τα 5-10m.
2.
Ικανότητα να φθάσουν σε
απομακρυσμένες, χωρίς εύκολη επίγεια πρόσβαση περιοχές και να φωτογραφήσουν σε
υψηλή ανάλυση.
3.
Δυνατότητα να εξοπλίζονται με πολλούς
και διαφορετικούς αισθητήρες ώστε να λαμβάνουν μεγάλη ποικιλία δεδομένων.
4.
Ευχέρεια λήψης εικόνων υπό
διαφορετικές γωνίες.
5.
Ευελιξία πραγματοποίησης μικρής,
μεσαίας και ευρείας κλίμακας επιχειρήσεις καταγραφής.
Για
τους λόγους που αναφέραμε τα ΣμηΕΑ χρησιμοποιούνται
συχνά και για υποστήριξη – διαχείριση έκτακτων καταστάσεων (Murphy et al.2008, Pratt et al.2009, Chou et al.2010 , Molina et al. 2012). Για παράδειγμα, μπορούν να παράσχουν άμεσα πληροφορίες για κτίρια
που έχουν καταρρεύσει μετά από έναν καταστρεπτικό σεισμό ώστε να γίνει έγκαιρη εκτίμηση
επιπτώσεων (impact assessment).
https://onlinelibrary.wiley.com/doi/abs/10.1002/rob.20235
Ας δούμε τώρα πώς κατηγοριοποιούν οι D.Giordan et al. στο άρθρο τους τις εφαρμογές των ΣμηΕΑ
σε τρεις κύριες φάσεις απόκτησης δεδομένων και καταγραφής: 1.Απόκτηση δεδομένων
σχετικών με προ- και μετά- περιβαλλοντικά/γεωμορφολογικά γεγονότα.
2.Επιχειρησιακή υποστήριξη σε επείγουσες καταστάσεις καταστρεπτικών γεγονότων.
3.Καταγραφή ζημιών σε σημαντικές υποδομές.
1. Απόκτηση δεδομένων
πριν και μετά το καταστρεπτικό γεγονός.
Ένα
από τα πλέον
χρήσιμα χαρακτηριστικά των ΣμηΕΑ
είναι η δυνατότητα, αν και όταν ζητηθεί, απόκτησης δεδομένων σε μια
περιορισμένη έκταση (Koeva et al. 2016). Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν απαιτείται αξιοποιήσιμη
πληροφορία σε μια συγκεκριμένη περιβαλλοντική και γεωμορφολογική διαδικασία.
Στις γεωεπικδυνότητες (geohazards),
τα αποτελέσματα της εξέλιξης μιας τέτοιας διαδικασίας μπορούν να φανούν μέσω
της σύγκρισης της πριν και μετά πληροφορίας στην υπό μελέτη περιοχή.
https://www.tandfonline.com/doi/full/10.1080/00396265.2016.1268756
Στο
παρελθόν αυτή η προσέγγιση υποστηρίχθηκε από επίγειες (Baldo et al. 2009) ή εναέριες χρήσεις LiDAR (Nissen et al. 2012) αλλά η εισαγωγή των ΣμηΕΑ συνδυάζει πλέον τα πλεονεκτήματα των μεν και τον δε
με χαμηλότερο κόστος. Αναφέρονται από τους D.Giordan et al. αρκετά παραδείγματα που αφορούν σε γεωλογική χαρτογράφηση (Salvini et al. 2016, Piras et al. 2016, Deffontaines et al. 2016 ) και σε υδρογεωλογικές εφαρμογές σχετιζόμενες με τον εντοπισμό
υποποτάμιων πηγών ( Aicardi et al. 2016),
ταχύτητα νερού (Bolognesi et al. 2016)
και μέτρηση της συγκέντρωσης ιζημάτων σε φράγματα (Pagliari et al. 2016).
https://agupubs.onlinelibrary.wiley.com/doi/full/10.1029/2012GL052460
https://www.tandfonline.com/doi/full/10.1080/19475705.2016.1199053
https://iforest.sisef.org/contents/?id=ifor1780-009
http://dx.doi.org/10.1080/19475705.2016.1184717
2. Υποστήριξη σε
επείγουσες καταστάσεις κινδύνου.
Η
χρήση των ΣμηΕΑ
για την υποστήριξη της διαχείρισης επειγουσών καταστάσεων είναι κρίσιμη, ειδικά
σε περίπτωση δύσκολων μετεωρολογικών συνθηκών. Οι δυνατότητες εφαρμογών ΣμηΕΑ
σε τέτοιες καταστάσεις ανάγκης για τον εντοπισμό και διάσωση αγνοούμενων
σε επικίνδυνο φυσικό περιβάλλον παρουσιάζονται από τους Jurecka & Niedzielski (2016), Silvagni et al. (2016).
https://www.tandfonline.com/doi/full/10.1080/19475705.2016.1238852
3. Καταγραφή ζημιών σε υποδομές.
Οι D.Giordan et al. περιορίζουν τα παραδείγματά τους
στις επιπτώσεις φυσικών κινδύνων και καταστροφών σε ιστορικά μνημεία (Çabuk et al. 2007, Lambers et al. 2007, Sauerbier & Eisenbeiss 2010, Remondino et al. 2011,
Dominici et al. 2016, Lazzari & Gioia 2017).
Πέραν αυτών όμως αναφέρονται στη
βιβλιογραφία καταγραφές ζημιών σε κρίσιμες υποδομές, όπως σε δίκτυα υψηλής
τάσης (Yong Zhang et al. 2017), σε κτιριακές υποδομές μετά τον κυκλώνα Παμ στο Βανουάτου (Patrick Meier & Denise Soesilo 2016), ενώ οι Zhiqiang Xu et al. (2014) ανέπτυξαν ένα ΣμηΕΑ ικανό να
αποτυπώσει ικανοποιητικά τις ζημιές μετά από έναν καταστρεπτικό σεισμό.
https://www.gim-international.com/content/article/improving-heritage-documentation
https://onlinelibrary.wiley.com/doi/abs/10.1111/j.1477-9730.2011.00657.x
https://www.tandfonline.com/doi/full/10.1080/19475705.2016.1176605
https://reliefweb.int/sites/reliefweb.int/files/resources/Drones%20in%20Humanitarian%20Action.pdf