Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2023

Μια μέρα του Αρίστου Χάρη


Δέκα και πέντε το βράδυ. Ο Αρίστος Χάρης βάζει κόκκινο μερλό στο κολονάτο ποτήρι και το παίρνει μαζί του στην πολυθρόνα. Πίνει δυο γουλιές και ανάβει τσιγάρο.

Πέντε λεπτά πριν, μπήκε στο διαμέρισμά του.

Σαρανταπέντε λεπτά πριν, ήταν στο νοσοκομείο όπου κατέληξε ο πατέρας του.

Τέσσερις ώρες και εικοσιτρία λεπτά πριν, ήταν στα γραφεία της εταιρείας. Δέχτηκε τηλεφώνημα από το νοσοκομείο που τον ενημέρωνε ότι η κατάσταση του πατέρα του ήταν εξαιρετικά κρίσιμη.

Οκτώ ώρες και τριαντατέσσερα λεπτά πριν, έπαιρνε το γεύμα του στο εστιατόριο της εταιρείας. Έτρωγε το φιλέ μινιόν μηχανικά, απορροφημένος από σκέψεις.

Εννέα ώρες και ένα λεπτό πριν, τον πήρε η κόρη του να του ανακοινώσει ότι διακόπτει τις σπουδές στο Πολυτεχνείο για να γραφτεί σε σχολή κινηματογράφου. Επίσης του τόνισε ότι δεν την ελκύουν πια οι άντρες και προτιμά τις γυναίκες. Εξάλλου, αυτές οι ανακοινώσεις μικρή σημασία έχουν διότι αποφάσισε να διακόψει οριστικά τις σχέσεις της με τους γονείς της.

Έντεκα ώρες και δεκατρία λεπτά πριν, τον πήρε η πρώην γυναίκα του για να του πει ότι η κόρη τους είναι τρελή και δε θέλει να τους βλέπει. Πρόσθεσε ότι ούτε εκείνη θέλει να τον βλέπει και να τον ακούει.

Δεκαπέντε ώρες και πέντε λεπτά πριν, ειδοποιήθηκε όπως κάθε πρωί από το ξυπνητήρι. Σηκώθηκε, έριξε νερό στα μούτρα του, έφτιαξε καφέ και άναψε τσιγάρο. Έβαλε σε τάξη τις σκέψεις του. Ο πατέρας του πεθαίνει. Του αφήνει μεγάλη περιουσία σε ακίνητα και μια επιχείρηση εισαγωγών ειδών αντρικής ένδυσης από κορυφαίους οίκους. Θα αφήσει επιτέλους την εταιρεία που τον αηδιάζει. Θα αγοράσει μια φάρμα με μια αγροικία και θα μείνει με τη όμορφη φίλη του, δασκάλα του τένις, εκπαιδεύτρια αλόγων και ειδική στην αποκατάσταση έργων τέχνης . Πλύθηκε, ντύθηκε και έφυγε για τη δουλειά. Μάλλον για τελευταία φορά.

Δέκα και δέκα το βράδυ. Ο Αρίστος Χάρης ξεχωρίζει από τα βινύλια την Ενάτη και τη βάζει στο πικάπ.    

Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2023

Ο ΜΟΣΧΟΒΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΟΥΡΙΑ


Μπούκαρα ρε παιδί μου. Ορμητικά. Σε κείνο το παλιομάγαζο στα Παναθήναια. Ο γέρος με είδε αλλά δεν έπαθε πλάκα. Βούδας. Η καμπούρα του είχε μεγαλώσει,  μαζί και η αταραξία του. Καθάριζε με το παλιόπανο τον πάγκο. Όπως έκανε η γριά πριν από άπειρα χρόνια. Déjà vu.

-Φώναξέ μου το Μοσχόβη. Του είπα.

-Ο Μοσχόβης ταξίδεψε.

-Άσε τις μαλακίες. Φώναξέ τον.

-Τον αδερφό του Μοσχόβη.

-Όχι τον αδερφό. Το Μοσχόβη. Σας πήρα χαμπάρι.

-Θα πάρεις μπύρα;

-Καμιά μπύρα. Θα φωνάξεις το Μοσχόβη τώρα. Τον περιμένω.

Ο γέρος ξεγλίστρησε σα χέλι και πριν προλάβω να ανάψω τσιγάρο εμφανίστηκε με τον κοντό, σφαιροκέφαλο Μοσχόβη.

-Επιτέλους τέλος, είπα. Τέρμα τα κοροϊδιλίκια. Εσύ είσαι ο Μοσχόβης.

-Ο αδερφός.

-Ποιος αδερφός; Εσύ είσαι ο αρχιδιδάσκαλος. Ο άλλος ήταν ηθοποιός.

-Ηθοποιός ήσουν εσύ. Έπαιζες στη μεξικάνικη σαπουνόπερα. Έκανες τον πρωταγωνιστή και το δίδυμο αδερφό του.

Προσπάθησα να αποφύγω την παρανοϊκή κουβέντα.

-Παλιές ιστορίες. Για άλλο ήρθα. Για τα γούρια.

-Τι γυρεύει ένας λήσταρχος με τα γούρια;

-Λήσταρχο με είπε ο ηθοποιός.

-Το επίθετό σου τα λέει όλα. Eskiya στα τούρκικα είναι ο αντάρτης, ο ληστής.

-Αντάρτης ναι, ληστής όχι.

-Κουφαλίτσα είσαι. Τι τρέχει με τα γούρια;

-Από παιδί τα έκανα. Αν έφτανα τρεις συνεχόμενες φορές το ταβάνι θα έγραφα καλά. Και ήταν ψηλό το ταβάνι. Όλη μέρα πήδαγα σαν κατσίκι και άφηνα δαχτυλιές στο ταβάνι.

-Και η μάνα;

-Με κυνήγαγε. Αλλά δε μαρτύραγα τα γούρια.

-Και λοιπόν;

-Λοιπόν δεν ήξερα αν έχουν αξία τα γούρια αλλά συνέχιζα να τα κάνω. Ψυχαναγκασμός;

-Η ιστορία σου δεν τελειώνει εδώ. Συνέχισε.

-Όσο μεγαλώνω βλέπω ότι τα γούρια βγαίνουν. Δηλαδή αν δεν βγαίνουν την έχω πατήσει και αν βγαίνουν όλα καλά. Σε μεγάλο βαθμό.

-Τι θέλεις να σου πω;

-Βγάζει νόημα αυτό;

-Πάντα υπήρχαν άνθρωποι να προβλέπουν το μέλλον. Σαμάνοι, μάγοι, μάντεις και προφήτες προλέγουν. Επίσης οι θρησκείες. Διαφορετικά δόγματα, άλλες τελετουργίες αλλά οι προφητείες, προφητείες. Και καμία λογοκρατική προσέγγιση δεν τα έχει καταργήσει αυτά παρά τις εργώδεις προσπάθειες που έγιναν και γίνονται.

-Δηλαδή; Οι θρησκείες τι είναι;

-Κώδικες είναι. Κώδικες επικοινωνίας με το θείο, με το σύμπαν, πέστο όπως θες.

-Δηλαδή δεν έχω ψυχαναγκαστικό ιδεασμό;

-Γιατί να καθησυχάσω ένα λήσταρχο;

-Γέρο φέρε δυο μπύρες.