Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024

ΕΝΥΠΝΙΟΝ


 Εν τω σκότει ανάστρου νυκτός επέμφθη μοι υπό αστρογαλαξιακών υπερδυνάμεων όναρ τρομακτικόν, έμπλεον παραστάσεων και νοημάτων, περιέχον και την κοινωνικήν διάστασιν.

Ήτο – λέει - ημέρα των ημερών, ότε επρογραμματίσθησαν διαδηλώσεις και πορείαι τρεις, φοιτητών, αλιέων και ναυτεργατών. Αι δυνάμεις της τάξεως και της καταστολής ητοιμάσθησαν ίνα αντιμετωπίσουν τον εχθρόν όστις, κατά πληροφορίας, θα μετήρχετο βιαίας μεθόδους, οπλισμένων, των μεν φοιτητών με μολότοφ, των δε αλιέων με καμάκια και των ναυτεργατών με σφύρας – ματσακόνια.

Αι δυνάμεις της τάξεως και της καταστολής έφερον μηχανοκίνητον εξοπλισμόν ρίψεως χημικών και δακρυγόνων, ως  και οικοδομικάς μηχανάς, μπουλντόζας, τσάπας και τζισιμπία, όπως διαχειρισθούν καταλλήλως την βοήθειαν του Θεού, όστις ουκ ηδύνατο παραμείναι αμέτοχος εις τοιαύτην πανήγυριν και έρριψεν χιόνα πυκνοτάτην, πρωτοφανή δια την πρωτεύουσα.

Εκκένωσαν τουτέστιν αι δυνάμεις της τάξεως και της καταστολής περιοχάς ικανής εκτάσεως και τας περιώρισαν δι’ όγκων χιόνος, σωρευθέντας τη βοηθεία των οικοδομικών μηχανών.

Η εμπλοκή μου εις αυτήν την άκρως δυσχερή κατάστασιν ήτο άκρως οδυνηρά διότι, έχων απορρίψει τα ιμάτιά μου, ως είθισται εις τους εφιάλτας μου, ευρέθην εν μέσω πυρών και χιόνος, επιχειρών εν αδαμιαία περιβολή να μεταβώ εις την πατρικήν οικίαν μου ήτις ευρίσκετο όπισθεν της εκκενωθείσης περιοχής.

Αναρριχώμενος επί όγκων χιόνος, μανδρών, λαμαρινών και στεγών, γυμνός και ελεεινός, επειράθην διαλαθείν της προσοχής των δυνάμεων της τάξεως και της καταστολής αλλά και των διαδηλωτών οι οποίοι θα με ενόμιζαν μυστικόν αστυνομικόν. Με αντελήφθη όμως γραία τις, παρατηρούσα μέσω υαλοπίνακος παραθύρου και μοι ένευσεν όπως εύρω καταφύγιον εις τον οικίσκον της.

Ευτυχώς το όναρ ετερματίσθη εγκαίρως και αφυπνίσθην καθίδρως μεν αλλά ανακουφισθείς, διότι η περιπέτεια αύτη, εν μέσω συγκρουομένων δυνάμεων, θεϊκής παρεμβάσεως και γραίας ορεγομένης ακατονομάστους πράξεις δεν θα έληγεν αισίως. 

Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2024

ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ

 


Κόσμος γεμάτος νόημα: Μεγάλοι έρωτες, πιστοί φίλοι, άσπονδοι εχθροί.

Γιατί Μιγκέλ μας τόκανες αυτό;

Γιατί έλυσες τα μάγια κι έξαφνα είδαμε Δουλτσινέες, Πάντσες και ανεμόμυλους;


Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2024

ΑΝΕΣΤΗΣ

 

Δεν ήταν μόνο ο Ατάκας, εκείνο τον παλιό καιρό, στη γειτονιά. Ήταν ο Παγκανίνι που έβγαζε και εφημερίδα. Μονόχορδο βιολί αυτός. Ήταν και ο Ανέστης.

Ανέστης ο βαδιστής. Διότι ο κανονικός λαχειοπώλης είναι βαδιστής. Αμπελόκηποι-Ελληνορώσων-Ψυχικό-Γαλάτσι-Κυψέλη-Σεπόλια-Μουσείο-Εξάρχεια-Νεάπολη-Γκύζη-Τουρκοβούνια. Κάθε μέρα εισέπραττε το φόρο της ελπίδας. Αγγελιαφόρος της τύχης αν και ο Ανέστης δεν πίστευε σ’ αυτήν. Διότι για τον Ανέστη πίσω απ’ όλα κρυβόταν η CIA.

Ο Θεός του Σπινόζα είναι εμμενής. Βρίσκεται μέσα σε όλα τα όντα, μέσα σε όλη τη Φύση, είναι η ίδια η Φύση. Κάπως έτσι ήταν και η CIA του Ανέστη. Πανταχού παρούσα και τα πάντα πληρούσα και κινούσα. Όλα τα όριζε και τα προκαθόριζε.

Μερικοί πελάτες που γνωρίζανε τη θεωρία του τον πειράζανε. Αφού η CIA γνωρίζει εκ των προτέρων και βγάζει τον τυχερό, γιατί να πάρω λαχείο; Διότι κύριε μπορεί να έχει επιλέξει εσένα. Άγνωσται αι βουλαί της CIA. Τότε οι παρευρισκόμενοι εχειροκρότουν με θέρμην και κατέβαλον αυτοβούλως τον φόρον της ελπίδος.

Παρά τη μάλλον μοιρολατρική θεωρία του, ο Ανέστης ήταν επαναστατική φύση. Του άρεσε το ποδόσφαιρο αλλά είχε αγανακτήσει με τη συμμετοχή των ευρωπαϊκών ομάδων στο μουντιάλ της Αργεντινής του δικτάτορα Βιντέλα. Τότε ήταν που έγραψε και το περίφημο ποίημά του, «Δεν έπρεπε η Ευρώπη να πάει στο Μουντιάλ».

Την τελευταία φορά που τον είδα ήταν στην ταβέρνα του Σούλη που τότε ήταν στα κλεισίματα. Ο Σούλης είχε αποφασίσει να επιστρέψει στο παλιό του επάγγελμα και ξεσκόνιζε το ναυτικό του φυλλάδιο. Ήμασταν οι τρεις μας, Σούλης, Ανέστης κι εγώ, για να δούμε μπάλα. Ο Ανέστης έφτιαξε μόνος του μια ντοματοσαλάτα για μεσημεριανό και κάθισε να παρακολουθήσει. Δεν τον ένοιαζε που το παιχνίδι ήταν στημένο. Αυτός δεν ήξερε το αποτέλεσμα.

Μετά από κάμποσο καιρό μίλησα με το Σούλη στο τηλέφωνο. Μέσα στα άλλα νέα, μου είπε για τον Ανέστη ότι γλίτωσε στο τσακ τον θάνατο. Τον βρήκανε στο καμαράκι που έμενε να παραμιλά από τον ψηλό πυρετό. Τον είχαν διατάξει οι εξωγήινοι να φάει σαράντα αυγά και αυτός υπάκουσε.

Ο Σούλης τον επισκέφτηκε στο νοσοκομείο και τον συμβούλεψε να μην εμπιστεύεται τους εξωγήινους διότι και αυτοί τα έχουν κάνει πλακάκια με την CIA.

Πέρασαν χρόνια από τότε. Ο Παγκανίνι έχει σίγουρα ταξιδέψει, εκτός αν έχει σπάσει παγκόσμιο ρεκόρ μακροζωίας. Μάλλον τον έχει ακολουθήσει ο Ατάκας, μπορεί και ο Ανέστης – αν δεν άκουσε τη συμβουλή του Σούλη.

 Άλλους σαν κι αυτούς δεν γνώρισα από τότε. Μάλλον φταίει ότι παραμεγάλωσα και τίποτα πια δε μπορεί να με εντυπωσιάσει. Τα λίγα χρόνια που έπονται – εφόσον τα ζήσω – δεν πρόκειται να με εκπλήξουν. Ο χρόνος αυτός δεν θα είναι δικός μου. Αν δεν είναι η ποινή μου, θα είναι η εξορία μου.

Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2024

Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ Η ΓΕΝΝΑ

Οι μαθητές μου με ρωτάνε τι είμαι, είπε ο Λατρίχιος Σαλταπήδας. Αν είμαι ιδεαλιστής ή υλιστής. Αν είμαι μαρξιστής, χριστιανός, βουδιστής, αγνωστικιστής, θετικιστής, υπαρξιστής, φροϋδιστής.

Είμαι κάτι απ’ όλα αυτά και από πολλά άλλα. Για να το συνοψίσω όμως, είμαι ένα όνειρο που βλέπω. Είμαι μια κάμπια που φτιάχνει το κουκούλι της, το τρυπάει  και βγαίνει πεταλούδα ελεύθερη για λίγες ώρες. Η στιγμή που καίω τα φτερά μου στον ήλιο είναι η δική μου αιωνιότητα.

Οι μαθητές μου με ρωτάνε πώς γράφω, είπε  ο Λατρίχιος Σαλταπήδας.

Σχηματίζω υπομονετικά το μικρό ή μεγάλο κείμενο στο μυαλό μου και όταν το τελειώσω βιάζομαι να το βγάλω από το κεφάλι μου, να ελευθερωθώ και να το ελευθερώσω, όπως ακριβώς κάνει η έγκυος γυναίκα με το μωρό της. Δεν έχει σημασία αν είναι όμορφο ή άσχημο, πώς το βλέπω εγώ ή οι άλλοι. Άλλωστε δεν έχει ακόμη ταξιδέψει και ωριμάζει ταξιδεύοντας. Η ελευθερία και το θαύμα της γέννησης. Αυτό έχει σημασία. 

Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2024

ΑΤΑΚΑΣ

Ο άνθρωπος με το μονόχορδο μπουζούκι μπήκε στο ταβερνάκι. Οι περισσότεροι τον γνώριζαν. Ένας μεσόκοπος περιπλανώμενος που επαναλάμβανε δύο ατάκες: «Μην ανακατεύεσαι» και «δεν έχει σημασία». Εξ ου και το προσωνύμιο Ατάκας. Πράος και γλυκύς, άριστος γνώστης της ψυχολογίας του πότη, δεν σπατάλαγε τον χρόνο του σε καφετέριες και ξενέρωτες καταστάσεις. Εκεί, ποιος θα εκτιμούσε τις ατάκες του και την προθυμία του να αυτοσχεδιάσει με το μονόχορδο μπουζούκι του, παίζοντας τις «μπαλάντες της συφοράς» και  τις «ωδές στην Ευρυδίκη».

Ο Ατάκας περιδιάβαινε τα χωμένα ταβερνάκια που συχνάζαμε. Τον αγαπούσαμε αλλά δεν τον εκτιμούσαμε κατά πώς του ‘πρεπε. Δεν τον κοροϊδεύαμε αλλά τον θεωρούσαμε γραφικό. Πήραμε το μάθημά μας και το φυλάξαμε στο δωμάτιο με τους θησαυρούς της ζωής. Θησαυρούς που μπορείς να τους πεις και θαύματα, αν ορίσεις ως θαύμα αυτό που σε εκπλήσσει. Το αναπάντεχο. Αυτό που είναι έξω από την στερεότυπη λογική.

Εκείνο το βράδυ ο Τάσος, από τα καλύτερα παιδιά της παρέας, του πέταξε την ατάκα για να τον προλάβει: Δεν έχει σημασία. Ο Ατάκας τον κοίταξε με βλέμμα προφήτη και του απάντησε επιδοκιμαστικά: Αυτό έχει σημασία.

Μετά, σαν αρχαίος ραψωδός, με τη συνοδεία του μονόχορδου μας είπε τα παρακάτω λόγια: Ο κόσμος, για τους ιουδαίους και τους χριστιανούς φτιάχτηκε από το μηδέν από έναν άχτιστο θεό. Ο θεός αυτός, μαζί με τον κόσμο, έφτιαξε το νόημα και την σημασία. Κρατάω τη δημιουργία εκ του μηδενός και εφόσον το μηδέν είναι το τίποτα, δεν έχει καμία σημασία και δεν παράγει ούτε νόημα ούτε σημασία.

Δεν ήταν μόνο αναπάντεχο, ήταν καταπληκτικό. Τη διάλεξη που μας έκανε για το μηδενισμό, σύντομη και περιεκτική, την καταλάβαμε στο βαθμό που μας επέτρεψε ο άφθονος οίνος  που είχαμε καταναλώσει. Αυτό είχε σημασία.     

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2023

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΟΥ ΠΑΙΚΤΗ

Πριν πάει στο πρακτορείο είπε να περάσει μια βόλτα από την χριστουγεννιάτικη αγορά, τα χασάπικα, τώρα που είχε στη τσέπη κάτι φράγκα που θα τά ‘παιζε βέβαια γιατί ως φαίνεται γύρισε επιτέλους ο τροχός. Δέκα ποντάρισε στο στοίχημα, ενενήντα κέρδισε και τώρα ετοιμαζόταν για τη μεγάλη ζαριά, να βάλει 100 και να βγάλει 1400. Αλλά, όσο νάναι, μια βόλτα στην αγορά θα την έκανε.

Το λοιπόν λιμπίστηκε κάτι φρέσκα συκωτάκια πουλιών, του τά ‘βαλαν σε μια μικρή σακούλα και τά ‘χωσε στη τσέπη του παλτού για να μην τα ξεχάσει στο πρακτορείο. Πήγε κι έπαιξε το στοίχημα, εγγλέζικες ομάδες που τις ξέρει καλά – εκεί δε γίνονται ζαβολιές και οι εκπλήξεις είναι καθαρές. Φαντάστηκε με το χιλιοπεντακοσάρι στη τσέπη του να νοικιάζει κουστούμι και φρέσκος – καθαρός να αριβάρει στο Χίλτον, όπως τις παλιές καλές εποχές, για να πάρει πρωινό. Τότε που ήταν ο Τόλης ο παίκτης. Πριν τον παίξουν οι γυναίκες και τον τελειώσουν.

Πήρε το δρόμο για το πανδοχείο. Το πρωί, όταν ξύπνησε, είχε κάτι σαν κρυάδες, λίγο ο λαιμός του, λίγο συνάχι. Τώρα ένοιωσε πάλι βαρύς. Πρέπει να ανέβαζε πυρετό.

Μόλις έφτασε, τον υποδέχτηκε ο πανδοχέας με το γαμπριάτικο κουστούμι του που τον στένευε αρκετά – πριν από σαράντα χρόνια του ερχόταν κουτί.

-Κύριε Τόλη, συγνώμη για την υπενθύμιση, αλλά είχαμε συμφωνήσει για κάθε βδομάδα και έχουν περάσει τρεις. Θα μπορούσατε;

-Βεβαιότατα κύριε. Λυπούμαι για την καθυστέρηση. Περίμενα κάποια χρήματα. Έχω λάβει ένα ποσόν αλλά θα έρθουν και άλλα. Αύριο θα σας εξοφλήσω.

-Εντάξει κύριε. Παρακαλώ μη μας ξεχάσετε.

Ανέβηκε με κόπο τα σκαλιά, ξεκλείδωσε την πόρτα και μπήκε στο δωμάτιο. Έβγαλε το παλτό και το κρέμασε στη καρέκλα. Πήγε στο λαβομάνο και έβαλε νερό στο ποτήρι. Ήπιε λίγο και ξάπλωσε, όπως ήταν, με τα ρούχα και τα παπούτσια.

Πέρασαν τρεις μέρες. Η γυναίκα του πανδοχέα γκρίνιαξε στον άντρα της.

-Αυτός μας δουλεύει Χαράλαμπε. Να πάμε να του τα ζητήσουμε κι αν δεν έχει να τον πετάξουμε κλωτσηδόν.

Ανέβηκαν επάνω, ο Χαράλαμπος με το κουστούμι και η κυρία του με τη ρόμπα. Χτύπησαν την πόρτα μα δεν πήραν απάντηση. Άκουσαν ένα άγριο ροχαλητό.

-Κοιμάται το πουλάκι μου. Άνοιξε Χαράλαμπε.

Η πόρτα ήταν ξεκλείδωτη. Μπήκαν μέσα. Το δωμάτιο βρωμούσε ιδρώτα αρρωστήλας, κατρουλήλα, απλυσιά, τσιγαρίλα και κάτι άλλο απροσδιόριστης προέλευσης..

-Άνοιξε το παράθυρο που να πάρει ο διάολος. Θα τον διώξουμε με τις κλωτσιές.

-Χωρίς να πάρουμε τα φράγκα; Είπε ότι έχει λάβει κάποια λεφτά. Να δούμε πού τα έχει.

-Θα τον κλέψουμε Χαράλαμπε;

-Τρελάθηκες; Θα πάρουμε τα χρωστούμενα.

Η κυρία με τη ρόμπα κοίταξε την εικόνα με την Παναγιά και το μικρό Χριστούλη στον τοίχο και έκανε ένα βιαστικό σταυρό.

-Θέμε συχώρα με.

Κοίταξαν γύρω τριγύρω δεν είδαν πορτοφόλι.

-Ας δούμε και στο παλτό.

Η κυρία του πανδοχέα έβαλε το χέρι της στη τσέπη του παλτού και αμέσως το τράβηξε με αηδία και αποστροφή.

-Τι σκατά είναι αυτό;

Έτρεξε στο λαβομάνο να πλυθεί βρίζοντας.

Ο Τόλης ο παίκτης ροχάλιζε.    

Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2023

Μια μέρα του Αρίστου Χάρη


Δέκα και πέντε το βράδυ. Ο Αρίστος Χάρης βάζει κόκκινο μερλό στο κολονάτο ποτήρι και το παίρνει μαζί του στην πολυθρόνα. Πίνει δυο γουλιές και ανάβει τσιγάρο.

Πέντε λεπτά πριν, μπήκε στο διαμέρισμά του.

Σαρανταπέντε λεπτά πριν, ήταν στο νοσοκομείο όπου κατέληξε ο πατέρας του.

Τέσσερις ώρες και εικοσιτρία λεπτά πριν, ήταν στα γραφεία της εταιρείας. Δέχτηκε τηλεφώνημα από το νοσοκομείο που τον ενημέρωνε ότι η κατάσταση του πατέρα του ήταν εξαιρετικά κρίσιμη.

Οκτώ ώρες και τριαντατέσσερα λεπτά πριν, έπαιρνε το γεύμα του στο εστιατόριο της εταιρείας. Έτρωγε το φιλέ μινιόν μηχανικά, απορροφημένος από σκέψεις.

Εννέα ώρες και ένα λεπτό πριν, τον πήρε η κόρη του να του ανακοινώσει ότι διακόπτει τις σπουδές στο Πολυτεχνείο για να γραφτεί σε σχολή κινηματογράφου. Επίσης του τόνισε ότι δεν την ελκύουν πια οι άντρες και προτιμά τις γυναίκες. Εξάλλου, αυτές οι ανακοινώσεις μικρή σημασία έχουν διότι αποφάσισε να διακόψει οριστικά τις σχέσεις της με τους γονείς της.

Έντεκα ώρες και δεκατρία λεπτά πριν, τον πήρε η πρώην γυναίκα του για να του πει ότι η κόρη τους είναι τρελή και δε θέλει να τους βλέπει. Πρόσθεσε ότι ούτε εκείνη θέλει να τον βλέπει και να τον ακούει.

Δεκαπέντε ώρες και πέντε λεπτά πριν, ειδοποιήθηκε όπως κάθε πρωί από το ξυπνητήρι. Σηκώθηκε, έριξε νερό στα μούτρα του, έφτιαξε καφέ και άναψε τσιγάρο. Έβαλε σε τάξη τις σκέψεις του. Ο πατέρας του πεθαίνει. Του αφήνει μεγάλη περιουσία σε ακίνητα και μια επιχείρηση εισαγωγών ειδών αντρικής ένδυσης από κορυφαίους οίκους. Θα αφήσει επιτέλους την εταιρεία που τον αηδιάζει. Θα αγοράσει μια φάρμα με μια αγροικία και θα μείνει με τη όμορφη φίλη του, δασκάλα του τένις, εκπαιδεύτρια αλόγων και ειδική στην αποκατάσταση έργων τέχνης . Πλύθηκε, ντύθηκε και έφυγε για τη δουλειά. Μάλλον για τελευταία φορά.

Δέκα και δέκα το βράδυ. Ο Αρίστος Χάρης ξεχωρίζει από τα βινύλια την Ενάτη και τη βάζει στο πικάπ.