Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

ΙΔΙΑ ΠΑΙΔΕΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ Ή ΠΑΙΔΕΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ;

Φανταστείτε ότι εμπιστεύεστε σε ένα δάσκαλο το παιδί σας για βοηθητική διδασκαλία. Ο δάσκαλος διδάσκει το παιδί σε επίπεδο ανώτερο από αυτό στο οποίο βρίσκεται ο μαθητής και φυσικά ο τελευταίος αδυνατεί να παρακολουθήσει. Διαμαρτύρεστε δικαίως στον δάσκαλο και αυτός σας απαντά ότι διδάσκει όλους τους μαθητές αυτής της ηλικίας με τον ίδιο τρόπο και στο ίδιο επίπεδο. Προσθέτει ότι θεωρεί αυτή την πρακτική δημοκρατική. Διακόπτετε βεβαίως την συνεργασία σας με τον δάσκαλο και προσλαμβάνετε άλλον που θα διδάξει το παιδί σας λαμβάνοντας υπ' όψιν το επίπεδό του.

Στα καλά φροντιστήρια για τις εισαγωγικές εξετάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση υπάρχουν τμήματα προχωρημένων. Στα καλά ιδιωτικά σχολεία το ίδιο. Γιατί στα δημόσια σχολεία δεν εφαρμόζεται αυτό το σύστημα; Είναι πράγματι "αντιδημοκρατικό" και κάνει διαχωρισμούς στη γνώση ή βολεύει τους δασκάλους με δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία που αρνούνται να δουλέψουν και να προσπαθήσουν περισσότερο; Οι ίδιοι γονείς που δεν διανοούνται να εμπιστευθούν τον δάσκαλο που αναφέραμε στο αρχικό μας παράδειγμα, συντάσσονται συνήθως με τη λογική του "δημοκρατικού" δημόσιου σχολείου θεωρώντας μειωτικό να μην παρακολουθεί το παιδί τους "τμήμα προχωρημένων". Προτιμούν να μη μπορεί να παρακολουθήσει ο μαθητής, να απογοητεύεται και να τα παρατάει; Θεωρητικά όχι, πρακτικά όμως επικρατεί η υπερηφάνεια και η ματαιοδοξία του γονέως που τον βολεύει το πρόσχημα της "δημοκρατίας".

Η ευκαιρία του κάθε παιδιού να ενταχθεί στο τμήμα των προχωρημένων είναι οι καλές του επιδόσεις στο τμήμα που παρακολουθεί, οι οποίες θα του επιτρέψουν να ανέβει επίπεδο. Θα πρέπει να προσθέσουμε ότι οι μαθητές δεν θα παρακολουθούν όλες τις διδακτικές ενότητες στο ίδιο επίπεδο. Ένας μαθητής μπορεί να μην είναι προχωρημένος στο μαθηματικά αλλά να είναι καλός στη γλώσσα, στα καλλιτεχνικά, στη μουσική ή στη γυμναστική. Παρακολουθεί τα αντίστοιχα τμήματα και καλλιεργεί καλύτερα τις ιδιαίτερες κλίσεις του.

Ουδείς δέχεται στα σοβαρά ότι είμαστε όλοι ίδιοι και έχουμε τις ίδιες δυνατότητες. Η τάχα μου δημοκρατική άποψη είναι ισοπέδωση και εγκλωβισμός των περισσότερων μαθητών στη μετριότητα. Χρειάζονται γενναίες αλλαγές και απαγκίστρωση από αναχρονιστικές ιδεοληψίες αν θέλουμε να προχωρήσουμε στο δρόμο των προηγμένων χωρών.

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

Δεν θα βρεις έλληνα να διαφωνεί ότι η παιδεία μας πάσχει και ότι αν αυτό δεν είναι η βάση της κακοδαιμονίας μας είναι τουλάχιστον ένας από τους βασικούς πυλώνες της.

Όλοι συμφωνούν στην ανεπάρκεια της παιδείας αλλά ο καθένας έχει διαφορετική άποψη για το τι φταίει και το τι πρέπει να γίνει. Το κοινό σημείο αυτών των απόψεων είναι ότι περιστρέφονται γύρω από το σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων, την διδακτέα ύλη, τον προνομιακό προσανατολισμό προς κάποιες ειδικότητες, τα βιβλία, τις ώρες διδασκαλίας. Έτσι έχουμε συνεχείς αλλαγές σε αυτούς τους τομείς, προσθαφαιρέσεις, υπαναχωρήσεις, καλά τα αρχαία, περιττά τα αρχαία, ναι στα θρησκευτικά, όχι στα θρησκευτικά, δέσμες, υποδέσμες, ανθυποδέσμες και πάει λέγοντας. Είναι όμως αυτό το θέμα μας;

Το σχολειό και όταν λέμε σχολειό, από το νηπιαγωγείο, πρέπει να διαμορφώνει ανθρώπους υπεύθυνους, συνειδητούς πολίτες. Ως εκ τούτου, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να τους μάθει να σκέπτονται, να αναλύουν και να συνθέτουν. Βάση σε αυτή την κατεύθυνση είναι η ποιότητα και η προπαρασκευή των δασκάλων. Δάσκαλοι που έχουν βγει από μια κοινωνία η οποία δεν έχει καν σύστημα σκέψης και που έχουν περάσει από σχολειά με έμφαση στην απομνημόνευση είναι λογικό να αναπαράγουν αυτή την ανεπάρκεια. Συνεπώς πρωταρχική έμφαση πρέπει να δοθεί στη σύγχρονη οργάνωση ενός παιδαγωγικού ινστιτούτου που θα εκπαιδεύει και θα μετεκπαιδεύει όλους τους διδάσκοντες.

Τα παιδιά από τα πρώτα τους σχολικά βήματα πρέπει να μάθουν να ψάχνουν και να βρίσκουν. Το μικρό παιδί έχει πλήθος ερωτημάτων τα οποία τα απευθύνει αρχικά στους γονείς. Οι γονείς απαντούν ή δεν απαντούν, σωστά ή λάθος και το πράγμα τελειώνει εκεί. Το παιδί γαντζώνεται από την αυθεντία του γονέως και στη συνέχεια από την αυθεντία του δασκάλου. Κάθε απάντηση όμως που κλείνει μια συζήτηση ή ένα θέμα και δεν εγείρει νέα ερωτήματα μετριάζει και την διάθεση του μαθητή να ερωτά μέχρι να εξαντληθεί τελείως αυτή η δυναμική. Ο άνθρωπος όμως για να προοδεύει και να ωριμάζει νοητικά πρέπει να θέτει συνεχώς ερωτήματα και να ψάχνει τις απαντήσεις.

Τι πρέπει να κάνει ο δάσκαλος; Πρέπει να μάθει στο παιδί να ψάχνει την απάντηση. Εκεί που δεν υπάρχει μια και μοναδική απάντηση που είναι και το πιο συχνό, ο μαθητής πρέπει να συγκρίνει τις απαντήσεις. Οι απαντήσεις είναι αποθησαυρισμένες σε βιβλία και γενικότερα σε δημοσιεύσεις. Από τις μικρές τάξεις ο μαθητής θα μαθαίνει τι σημαίνει βιβλιογραφία, πώς ψάχνουμε τα βιβλία σε βιβλιοθήκες, πώς αναζητούμε πληροφορίες στο internet. Θα πρέπει να αξιολογεί την σοβαρότητα των πληροφοριών βάσει της σοβαρότητας της πηγής. Και στο τέλος, που είναι και το βασικότερο, να εκφράζει τη γνώμη του. Αυτή η διαδικασία μπορεί να διδάσκεται, σε στοιχειώδη μορφή, από την πρώτη δημοτικού.

Η λύση ενός προβλήματος, όχι απαραίτητα μαθηματικού, είναι πιο σύνθετη διαδικασία και πρέπει να διδάσκεται σε μεγαλύτερες τάξεις. Θα πρέπει να εξετάζονται οι συνιστώσες του προβλήματος και στη συνέχεια η αλληλεπίδρασή τους και ο συσχετισμός τους. Την ανάλυση ακολουθεί η σύνθεση.

Πλέον ο μαθητής ξέρει πώς να πραγματεύεται κάθε θέμα, κάθε ζήτημα που τον απασχολεί. Η συστηματική σκέψη του γίνεται συνήθεια και αυτή η ευκολία του επιτρέπει και τον προτρέπει να θέτει στον εαυτό του καινούργια ερωτήματα. Γίνεται ένας σκεπτόμενος άνθρωπος, στο μέτρο των δυνατοτήτων του. Ξεφεύγει πάντως από τη νοοτροπία του καφενείου με τις εύκολες και αποσπασματικές απαντήσεις.



Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

ΙΣΟΤΗΤΑ, ΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

Από τις συγκλονιστικότερες περιπέτειες της εποχής του σκεπτόμενου ανθρώπου είναι η περιπέτεια των εννοιών. Η έννοια της ισότητας των ανθρώπων είναι από τις πιο συζητημένες και συζητήσιμες.

Η ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών είναι γεμάτη αδικία και εκμετάλλευση που επιβάλλονται μέσω μικρών και μεγάλων μηχανισμών και ποικίλων μέσων. Η μαρξιστική οικονομική ανάλυση και ο ιστορικός υλισμός θέτουν στο επίκεντρο αυτής της διαδικασίας την πάλη των τάξεων. Η ανάλυση αυτή φαίνεται να ερμηνεύει επαρκώς τα φαινόμενα της δουλοκτητικής, της φεουδαρχικής και της καπιταλιστικής κοινωνίας στο αρχικό της στάδιο. Τα ζητήματα προκύπτουν από τη στιγμή που η θεωρία του Μαρξ επεκτείνεται στο μέλλον και γίνεται οδηγός για πολιτική πράξη.

Στην κομμουνιστική θεωρία και πρακτική η ποιότητα των ανθρώπων καθορίζεται απολύτως από το περιβάλλον, πρωτίστως το κοινωνικό. Οι φεουδάρχες έχουν περιουσία και γενική μόρφωση, όχι για να εργασθούν αλλά για να σταθούν αξιοπρεπώς στην τάξη τους, οι αστοί αποκτούν μόρφωση κυρίως για να διευθύνουν τις επιχειρήσεις τους ενώ οι προλετάριοι που παράγουν τον πλούτο αποκλείονται από τη γνώση και τη μόρφωση, αφενός γιατί δεν την χρειάζονται για την εργασία που εκτελούν και αφετέρου γιατί η γνώση είναι "επικίνδυνη" και μπορεί να οδηγήσει σε εξέγερση.

Όσο η ταξική διαίρεση είναι αυστηρή και βασικά κληρονομική, το παράδειγμα του Μαρξ φαίνεται ισχυρό, πειστικό και επαναστατικό. Η πολιτική θεωρία του Πλάτωνα που κατανέμει τα καθήκοντα των πολιτών βάσει των ποιοτικών χαρακτηριστικών τους θεωρείται ιδεαλιστική και ουτοπική. Ο Μαρξ μας λέει ότι δεν διαφέρουν οι άνθρωποι, διαφέρουν οι τάξεις.

Σύμφωνα λοιπόν με τον Μαρξ, το πρώτο βήμα είναι να πάρει η εργατική τάξη την εξουσία και στη συνέχεια να καταργήσει τις τάξεις εφόσον δεν θα υπάρχει πια κατοχή των παραγωγικών μέσων. Οι τάξεις και όχι οι άνθρωποι είναι τα υποκείμενα της ιστορίας. Η ανθρώπινη υποκειμενικότητα είναι σε δεύτερη μοίρα και δεν έχει αποφασιστική σημασία στο ρου της ιστορίας.

Όμως... Όμως η ιστορία άλλα έδειξε. Και μας έστειλε "για σέρβις και για χαμόμηλο", όσους πεισματικά επιμείναμε στο μαρξιστικό παράδειγμα. Στα κομμουνιστικά καθεστώτα, η νέα εργατική τάξη που στα λόγια είναι "ταμπού" δεν έδειξε να αποκτά νέα συνείδηση. Οι λιγότερο φιλόδοξοι εργάτες που ήταν οι περισσότεροι δούλευαν για να επιβιώσουν και να καταναλώσουν στο μέτρο του δυνατού αδιαφορώντας για συμμετοχές σε λήψη αποφάσεων και ενεργό πολιτική παρέμβαση. Κάποιοι άλλοι προσπάθησαν σαν μεσαία στελέχη να επωφεληθούν των προνομίων και των έμμεσων απολαβών της κομματικής γραφειοκρατίας η οποία εγκαθιδρύθηκε και μέσω της αδιαφορίας της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης. Τέλος, οι φιλόδοξοι έγιναν αρχηγοί και δοξάστηκαν περισσότερο από τους αυτοκράτορες, ανατρέποντας στην πράξη τα περί εργατικής τάξης "υποκειμένου της ιστορίας". Όταν τελείωσε η αυτοκρατορική τους θητεία, τι έμεινε; Έμεινε το έργο τους, έμειναν υποδομές, έμεινε έστω κάποια κληρονομιά;

Τι έμεινε στη Σοβιετική Ένωση μετά τον Στάλιν; Τι έμεινε στην Κίνα μετά τον Μάο; Τι θα μείνει στην Κούβα μετά τον Κάστρο; Τι έμεινε στη Ρουμανία μετά τον Τσαουσέσκου; Τι έμεινε στο Βιετνάμ μετά τον Χο Τσι Μινχ; Έμεινε πουθενά η νέα εργατική τάξη και ο νέος σοσιαλιστικός άνθρωπος;

Βέβαια ο Κουφοντίνας θα επιμείνει ότι δεν δόθηκαν πραγματικές ευκαιρίες στην εργατική τάξη η οποία παρέμεινε στο παρασκήνιο με την γραφειοκρατία στο προσκήνιο. Αλλά όπως νομίζω ότι εξήγησα, η γραφειοκρατία ξεπήδησε μέσα από την ίδια την εργατική τάξη. Εδώ λοιπόν υπεισέρχονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ανθρώπων, κάποιοι εκ των οποίων τρέφουν ιδιαίτερες προσωπικές φιλοδοξίες, κάποιοι είναι παθητικοί και αδιάφοροι, πολλοί είναι ιδιοτελείς, λίγοι είναι ανιδιοτελείς.

Ο Κουφοντίνας δεν χρειάζεται να πάει μακριά. Στο βιβλίο του αναφέρει ότι ήμουνα υπέρ της αυτονομίας. Έτσι είναι : Στην ΠΑΜΚ Γκύζη  ήμασταν υπέρ της αυτονομίας, υπέρ των συλλογικών αποφάσεων, υπέρ της συλλογικής δουλειάς, χωρίς ιεραρχίες και μέλη πρώτης και δεύτερης ταχύτητας. Στην πράξη όμως; Στην πράξη κάποιοι συμμετείχαν σποραδικά, κάποιοι δεν ήθελαν να σκεφτούν, κάποιοι δε μπορούσαν, κάποιοι αδιαφορούσαν και το αποτέλεσμα ποιο ήταν; Μέσα σε αυτό το πλαίσιο που θέλαμε με όλη την καρδιά μας να είναι άμεσα δημοκρατικό, οι πολλοί με τη στάση τους εκχωρούσαν τα δικαιώματά τους στους λίγους και αντικειμενικά την πολιτική και την πορεία της οργάνωσης την καθόριζαν ο Κουφοντίνας, ο Λαγωνικάκος, ο Σκιάνης, ο Χρυσοβέργης και μερικοί ακόμη.

Αλλά μήπως στην επαναστατική 17Ν τι γινόταν; Ποιος έκανε αρχηγούς τον Γιωτόπουλο και τον Κουφοντίνα τη στιγμή που στα κείμενα της οργάνωσης υπερτονιζόταν η ανάγκη της πολιτικής αυτονομίας και της συλλογικότητας; Η ίδια η αδυναμία των άλλων μελών να επεξεργαστούν θέσεις, να παράξουν πολιτική. Όταν λοιπόν και στη μικρότερη ομάδα είναι πρακτικά αδύνατη η ισοτιμία, πώς είναι δυνατόν να λειτουργήσουν ισότιμα τα μέλη μιας τάξης ή μιας κοινωνίας; Η "ουτοπική" πλατωνική διαίρεση με τους άριστους να προορίζονται για "φύλακες" της Πολιτείας εμφανίζεται πολύ πιο ρεαλιστική από την ανύπαρκτη ισότητα που αποτελεί το άλλοθι για την επικράτηση μιας μέτριας και ανήθικης γραφειοκρατίας.

Δυστυχώς ή ευτυχώς, ισότητα δεν υπάρχει. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα ξεχωριστό, μικρό ή μεγάλο, θαύμα. Δε μπορούν όλοι να ηγούνται, μπορούν όμως όλοι να υπάρχουν, να ζουν αξιοπρεπώς, να συμβάλλουν, να βοηθούν, να έχουν τις ευκαιρίες τους για ότι καλύτερο, ανάλογα και με τις δικές τους διαθέσεις. Αυτό είναι το ζητούμενο σε μια σύγχρονη ανθρώπινη κοινωνία.

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014

ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΜΦΙΒΟΛΙΕΣ

Πριν από λίγες μέρες έγραψα στο facebook ότι "ο σκεπτόμενος άνθρωπος πρέπει να έχει αμφιβολίες, ο δρων άνθρωπος οφείλει να έχει βεβαιότητες". Αυτό ήταν επιγραμματικό και χρήζει επεξήγησης.

Δεν διαχωρίζω φυσικά τον σκεπτόμενο άνθρωπο από τον δρώντα. Ο σκεπτόμενος άνθρωπος χωρίς δράση είναι απλά στον κόσμο του ενώ ο δρων άνθρωπος χωρίς σκέψη λειτουργεί άμυαλα. Το σωστό είναι ο άνθρωπος να στοχάζεται και κυρίως να αναστοχάζεται με τις λιγότερες δυνατές προκαταλήψεις. Όταν όμως περνάει στη δράση, οφείλει να είναι βέβαιος. Αν δεν είναι, δεν θα ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της πράξης του.

Ο Κουφοντίνας είναι πρωτίστως ένας άνθρωπος της δράσης. Δεν στερείται ικανότητας σκέψης. Κάθε άλλο. Σκέπτεται αλλά δεν αφήνει την αμφιβολία να τρυπώσει στα θεμέλια του οικοδομήματός του. Σε συζήτηση που είχαμε χθες, ο κοινός μας φίλος Κώστας Λαγωνικάκος μου είπε ότι μετά το '80 δεν θα υπήρχε 17Ν χωρίς τον Κουφοντίνα. Φαίνεται σωστό. Το "αριστούργημα" του Γιωτόπουλου είχε χάσει την δυναμική του, ίσως μαζί με την πίστη αυτών που συγκροτούσαν τον αρχικό πυρήνα. Μόνο ένας άνθρωπος με την ακλόνητη πίστη και τα χαρακτηριστικά του Κουφοντίνα θα μπορούσε να αποτελέσει το ιδανικό "όχημα" για την αναβάθμιση της οργάνωσης και την άνθιση των φιλοδοξιών του Γιωτόπουλου. Βέβαια και αυτή η νέα δυναμική με τον καιρό εξατμίστηκε. Η "εύκολη" εξήγηση για εκείνον που δεν θέλει να εγκαταλείψει την πίστη του είναι τα λάθη και μάλιστα τα λάθη τακτικής γιατί την στρατηγική δεν την αγγίζουμε.

Ο Κουφοντίνας είναι μυρμήγκι. Εργατικός, ακούραστος, υπομονετικός και επίμονος. Ψάχνει, διαβάζει πολύ, ενημερώνεται αδιάκοπα, γράφει. Στα δώδεκα χρόνια που είναι στο κελί, ομολογεί ο ίδιος ότι ο χρόνος δεν του φτάνει. Ο Κουφοντίνας ψάχνει αλλά ψάχνει σε έναν λάκκο. Ουσιαστικά ανακυκλώνει τα ίδια υλικά. Ερμηνεύει τα πάντα με την ίδια ερμηνευτική ματιά. Οι αποτυχίες, οι όπου γης αποτυχίες του κομμουνισμού και γενικότερα της πολιτικής εφαρμογής του μαρξισμού φορτώνονται στα "λάθη". Ο Κουφοντίνας ψάχνει απεγνωσμένα στο λάκκο. Δεν θέλει να βγει απ' αυτόν και να κοιτάξει στον ανοιχτό ορίζοντα. Εδώ ακολουθεί κυρίως το συναίσθημα και όχι την λογική. Αυτός, ο πιο ατρόμητος άνθρωπος που έχω γνωρίσει, φοβάται και αποφεύγει το σύγκρυο μιας συνταρακτικής ανακάλυψης.

Ο Γιαννόπουλος, στον πρόλογό του, επισημαίνοντας με τρόπο θα έλεγα δίκαιο τις αρετές του βιβλίου, δεν αποφεύγει να γράψει ότι θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ο Κουφοντίνας και "παλαιομοδίτης κομμουνιστής". Πράγματι ο Κουφοντίνας έχει την ακλόνητη πίστη των παλαιών κομμουνιστών οι οποίοι όμως δεν είχαν τα δεδομένα που έχουμε σήμερα, δηλαδή την παταγώδη αποτυχία όλων των κομμουνιστικών πειραμάτων. Εφόσον η διαδικασία της "οικοδόμησης του σοσιαλισμού" ήταν σε εξέλιξη, είχαν κάθε λογικό δικαίωμα οι παλαιοί κομμουνιστές να διατηρούν την πίστη τους και να αποδίδουν τα δυσάρεστα συμπτώματα σε "λάθη". Τώρα όμως υπάρχουν στοιχεία ακλόνητα, υπάρχουν δεδομένα που μας υποχρεώνουν να ξανασκεφτούμε. Δε μπορεί ο καπιταλισμός να κάνει μόνο εγκλήματα και ο κομμουνισμός μόνο λάθη. Γιατί, πώς να το πω, εμένα τα λάθη του κομμουνισμού μου φαίνονται περισσότερο εγκλήματα από εκείνα του καπιταλισμού.

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ ΚΑΙ ΒΙΑ

Άρχισα να διαβάζω το βιβλίο του Κουφοντίνα. Διαφέρει όντως πολύ από το αρχικό χειρόγραφο που διάβασα, όχι φυσικά στους κύριους άξονες και στο κεντρικό περιεχόμενο αλλά στο εύρος της ανάπτυξης. Επιμένω ότι είναι ένα καλογραμμένο βιβλίο με πολλαπλό ενδιαφέρον για όποιον ενδιαφερθεί να το διαβάσει. Πάρα πολύ καλός και εμπεριστατωμένος είναι και ο πρόλογος του δημοσιογράφου Νίκου Γιαννόπουλου που δείχνει ότι έχει εξαιρετική κατάρτιση και σπουδαία δυνατότητα κριτικής σκέψης και έκφρασης.

Το βιβλίο θα ήταν πολύ καλό ακόμη και για εκείνους που αισθάνονται αποτροπιασμό για την δράση της 17Ν αλλά που τους ενδιαφέρει να ανιχνεύουν ανθρώπινες ψυχές ακόμη και όταν πορεύονται σε ακατανόητα γι αυτούς μονοπάτια. Αυτοί ειδικά οι άνθρωποι, αν καταφέρουν να ανεχθούν το ιδεολογικοπολιτικό πιστεύω του Κουφοντίνα και επικεντρωθούν στον άνθρωπο θα ανακαλύψουν ότι ο πραγματικός Κουφοντίνας δεν έχει καμιά σχέση με την εικόνα του Φαρμακοχέρη με το σαρανταπεντάρι. Είναι φυσικά δύσκολο να γεφυρώσεις τις δύο εικόνες. Θα πρέπει με υπομονή να διανύσεις νοερά τον δρόμο που σου υποδεικνύει στο βιβλίο του και να πάρεις υπόψιν σου πράγματα, όπως την ιστορικοπολιτική συγκυρία της ένταξης. Όλα αυτά πρέπει να γίνουν από απόσταση, δεν προϋποτίθεται κανενός είδους ταύτιση μαζί του. Εδώ βοηθάει η γνώμη ανθρώπων που γνώρισαν τον Κουφοντίνα πριν την ένταξη αλλά ακόμη και κατά την διάρκεια της παρανομίας.

Ο Κουφοντίνας που γνώρισα εγώ ήταν ένας άνθρωπος που απεχθάνονταν τη βία. Ήταν άνθρωπος του διαλόγου, της πάλης των ιδεών, της αναζήτησης του ορθού και του δίκαιου. Δεν είχε καμία σχέση με όπλα, αποστρεφόταν το κυνήγι, δεν φούσκωνε μπράτσα σε γυμναστήρια. Ήταν άνθρωπος της πνευματικής και της χειρωνακτικής δουλειάς, χωρίς όμως οι κατασκευές και οι μηχανές να είναι το φόρτε του. Άργησε να πάρει δίπλωμα αυτοκινήτου και ήταν αρχικά μετριότατος οδηγός. Δεν ήταν δηλαδή ο άνθρωπος της δράσης και του επικινδύνως ζην. Δεν συνέβη με τον Κουφοντίνα ότι με τους ακροδεξιούς τρομοκράτες οι οποίοι αποτελούν στην ουσία πολιτική έκφραση του υποκόσμου και στρατολογούνται σε γυμναστήρια και στρατολάγνες συντροφιές. Σε αυτούς η πολιτική είναι τελευταία, είναι το άλλοθι, στον Κουφοντίνα είναι το πρώτο.

Ο Κουφοντίνας πρώτα εντάσσεται στον πολιτικό αγώνα, μέσω αρχικά του συναισθήματος και μετά της λογικής και μετά επιλέγει τον τρόπο και τα μέσα για λόγους που τους εξηγεί στο βιβλίο του. Ο Κουφοντίνας δεν θέλει να είναι επαναστάτης - καθοδηγητής που κινεί τα νήματα από πίσω. Θέλει να είναι παρών στη δράση και στην ευθύνη, ισότιμα με τα άλλα μέλη. Όχι επειδή του αρέσει να σκοτώνει. Επειδή δεν θέλει την υλοποίηση των αποφάσεων να την αναλαμβάνουν απλά εκτελεστικά όργανα. Έτσι ο Κουφοντίνας μαθαίνει και να πυροβολεί και να ανοίγει αμάξια και να τα οδηγεί έτσι ώστε να θεωρείται ο καλύτερος οδηγός διαφυγής.

Το γεγονός ότι αυτοί που γνώρισαν και έγιναν στενοί φίλοι με τον Κουφοντίνα κατά τη διάρκεια της παρανομίας, χωρίς φυσικά να ξέρουν για την εμπλοκή του στη 17Ν, έχουν την καλύτερη γνώμη γι αυτόν δεν οφείλεται σε κάποια διχασμένη ψυχή με ισχυρό αίτημα βίας που εκδηλώνεται στο σκοτάδι, όπως συμβαίνει με τους σίριαλ - κίλερς. Αυτό δείχνει τουλάχιστον και η ζωή του στη φυλακή τα τελευταία δώδεκα χρόνια. Τον ενδιαφέρει η πολιτική, ο προβληματισμός, το διάβασμα, η συγγραφή και φυσικά η οικογένειά του. Όσοι τον κατηγορούν ως αμετανόητο φονιά που δεν έχει κάποια λόγια συμπάθειας για τα θύματά του, παραβλέπουν εσκεμμένα αυτά που έχει δηλώσει σε κάθε ευκαιρία για τον Θάνο Αξαρλιάν για τον οποίο έχει ζητήσει επανειλημμένως συγνώμη από τους οικείους του. Το κυριότερο όμως είναι ότι για τον Αξαρλιάν έχει πραγματικά και βαθιά πονέσει. Ήταν ο μόνος που θεωρεί αθώο. Δεν λέω ότι έχει δίκιο αλλά έτσι βλέπει αυτός τα πράγματα.

Δεν του λείπει του Κουφοντίνα η βία. Του λείπει μια Ελλάδα όπως την ονειρεύεται. Δεν είναι η Ελλάδα που ονειρεύομαι εγώ. Αν έφτιαχνα όμως την ιδανική Πολιτεία, θα ήθελα επικεφαλής σε κάθε υπουργείο, στέλεχος σε κάθε οργανισμό, σε κάθε σχολείο, σε κάθε επιχείρηση, σε κάθε ζωντανό κύτταρο αυτής της Πολιτείας έναν Κουφοντίνα : έναν εργατικό, αφοσιωμένο, ανιδιοτελή, έντιμο, δίκαιο και αξιοπρεπή. Έναν άνθρωπο με υψηλό δείκτη συναισθηματικής νοημοσύνης, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Γιαννόπουλος. Έναν άνθρωπο που κέρδισε την εκτίμηση ακόμη και του δικαστή που τον καταδίκασε σε ν φορές ισόβια.

   

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Ο ΠΑΡΑΛΟΓΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

Στην ψυχή του σύγχρονου ανθρώπου περιλαμβάνεται και ένα σημαντικό πρωτόγονο τμήμα. Δε μιλώ για ένστικτο, μιλώ για ψυχή. Το πρωτόγονο τμήμα αποκλείει την λογική και αγκαλιάζει τον μύθο και την εξ αυτού παραμυθία.

Το πρωτόγονο τμήμα λειτουργεί μαγικά. Αν φερ' ειπείν ένας άνθρωπος έχει συνεχόμενες επιτυχίες στις δραστηριότητές του, αυτό δημιουργεί στον ίδιο και στους γύρω του μια παράλογη πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να αποτύχει ποτέ. Η εκ του μύθου αυτοπεποίθηση βοηθά να συνεχιστεί το σερί των επιτυχιών. Έως ότου έρθει η αποτυχία. Τότε ο ζωτικός μύθος καταρρέει και χρειάζεται να επιστρατευθεί η λογική σκέψη που λέει ότι είναι αδύνατον να έχεις μόνο επιτυχίες. Εκεί όμως ο ψυχισμός, ατομικός ή ομαδικός, διαταράσσεται, αμφισβητείται η ίδια η ικανότης του ατόμου ή της ομάδας και χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια ώστε να επικρατήσει η λογική και να αποκατασταθεί η ψυχική ενότης.

Τα επίχειρα μιας τέτοιας εξέλιξης τα εισέπραξε η ομάδα μπάσκετ του Ολυμπιακού, η οποία μετά την πρώτη ήττα μετά από εικοσιτρείς συνεχόμενες νίκες έχασε την αυτοπεποίθησή της και υπέστη πολλές ήττες με τον τρόπο που έκανε πολλές από τις αρχικές νίκες της. Τα πράγματα αντεστράφησαν γιατί ο ομαδικός ψυχισμός κατέρρευσε.

Η ομάδα ποδοσφαίρου του θρύλου βρίσκεται σε παρόμοιο σταυροδρόμι: μετά από δύο συνεχόμενες ήττες στο πρωτάθλημα που θρυμμάτισαν το αήττητο, η σχεδόν τυφλή εμπιστοσύνη στην ομάδα αλλά και η αυτοπεποίθησή της δοκιμάστηκαν βαριά. Αναμένεται η αντίδραση και η ανάκαμψη αλλά δυστυχώς στο άμεσο μέλλον είναι ο αγώνας της χρονιάς. Με την ψυχολογία στο επίκεντρο, έχουν πέσει πάνω στην ομάδα οι αρμόδιοι. Χρειάζεται όμως και βελτίωση της περιρρέουσας ατμόσφαιρας. Μετά την ακύρωση του μύθου του αήττητου επικρατεί φόβος. Θα αντιστραφεί το κλίμα; Θα μπουν οι παίχτες μας στη με μεγάλες στιγμές των μπέμπηδων φορτισμένη ατμόσφαιρα του Όλντ Τράφορντ όπως μπήκαν στο Καραϊσκάκη; Η στιγμή της κρίσης πλησιάζει.

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

Η ΠΑΡΑΝΟΜΙΑ : Γιωτόπουλος vs Κουφοντίνας

Ο Στέλιος Λουλάκις είναι ένας άνθρωπος με στέρεο πνευματικό υπόβαθρο. Δεν ξεχνώ ότι μαζί, εκεί στα 12-13, προσπαθήσαμε να γράψουμε το πρώτο μας βιβλίο. Νομίζαμε ότι μας αρκούσε η γραφομηχανή που χρησιμοποιούσε ο σημαντικός άνθρωπος, συγγραφέας και ποιητής Μύρων Λουλάκις, ο πατέρας του.

Το θαύμα της γραφομηχανής δεν έγινε ποτέ αλλά τα χρόνια πέρασαν και εντωμεταξύ έγινε το θαύμα του internet και του facebook. Έτσι με τον παλιό φίλο και συμμαθητή Στέλιο ξαναβρεθήκαμε σε γόνιμο διάλογο. Μια μακρά εισαγωγή για να τονίσω την ευστοχία της παρατήρησης του Λουλάκι σχετικά με το κείμενο : τι άνθρωπος είναι ο Κουφοντίνας; Μέσα από τις σκόρπιες αναφορές σε συμπεριφορές και στάσεις του Κουφοντίνα, οι περισσότεροι ξέχασαν τι ακριβώς περίμεναν. Ο Λουλάκις όχι.

Μένουμε στα δύο χαρακτηριστικά που αναφέρθηκαν ρητά : έντιμος και αξιοπρεπής. Αρκούν; Όχι φυσικά, αν και το "τι άνθρωπος είναι ο Κουφοντίνας;" διαφέρει από το "ποιος άνθρωπος είναι ο Κουφοντίνας;". Το δεύτερο ερώτημα προϋποθέτει βάθος που τουλάχιστον εγώ δε μπορώ να προσεγγίσω. Το πρώτο ερώτημα μπορεί να απαντηθεί με χαρακτηρισμούς του τύπου  έντιμος, αξιοπρεπής, ευθύς κλπ χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτή η διαδικασία είναι εύκολη. Επαναλαμβάνω ότι μια πλήρης απάντηση παραμένει ανοιχτή. Όχι για τον Κουφοντίνα. Για όλους μας.

Το εργαλείο που έχουμε για να χαρακτηρίσουμε έναν άνθρωπο είναι η κριτική των πράξεων, με αρχική συνθήκη την εικόνα που έχουμε ήδη γι αυτόν. Έναν φίλο μας τον κρίνουμε συνεχώς αλλά ήδη έχουμε μια εικόνα γι αυτόν. Αυτή την διαδικασία ακολουθώ και για τον Κουφοντίνα, κρίνοντας πράξεις, αποφάσεις και συμπεριφορές του που αφορούν στην επαναστατική του δράση μέσα από το σχήμα της 17Ν.

Κομβικό σημείο στην επαναστατική πορεία του Κουφοντίνα είναι η έξοδός του στην παρανομία. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι από τα μέλη της 17Ν μόνο οι Γιωτόπουλος - Κουφοντίνας ήταν παράνομοι, χρησιμοποιούσαν δηλαδή στην προσωπική τους ζωή ψεύτικα ονόματα, πλαστά έγγραφα και παραπλανητικά στοιχεία στις κοινωνικές τους επαφές.

Για τον Γιωτόπουλο η παρανομία ήταν τρόπος ζωής. Μια θαυμάσια προσέγγιση της ψυχοσύνθεσής του είχε κάνει σε σπουδαίο κείμενό του ο Στέλιος Ράμφος ο οποίος τον είχε γνωρίσει στα χρόνια του Παρισιού. Ο Γιωτόπουλος λατρεύει να είναι φάντασμα.Να ελέγχει από το παρασκήνιο, να βάζει άλλους να υπογράφουν τα κείμενά του, να συντηρεί έναν ψεύτικο εαυτό για τον έξω κόσμο. Ποτέ του δεν ενδιαφέρθηκε να συγκροτήσει στέρεο εαυτό. Αυτό σίγουρα έχει ρίζες στην βαριά πατρική μορφή του Μήτσου Γιωτόπουλου, του ημιπαράνομου και απόμακρου αρχηγού των αρχειομαρξιστών που μάλλον ουδέποτε έδωσε σημασία και αξία στην ανατροφή του γιου του. Ίσως να οφείλεται και στις συνεχόμενες αποτυχίες του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου να επιβεβαιωθεί στον πραγματικό κόσμο όπου αδυνατούσε να παρακολουθήσει με επιτυχία τις σπουδές του αλλά και να αντιμετωπίσει με πραγματική δουλειά τις βιοποριστικές του ανάγκες.

Η δικτατορία έδωσε το κατάλληλο έδαφος, το κίνητρο και το άλλοθι στον Γιωτόπουλο να γίνει το μόνο πράγμα που του ταίριαζε. Παράνομος. Ο άνθρωπος που αδυνατούσε να ζήσει την πραγματικότητα φαντασιωνόταν ότι θα ήταν αυτός που θα την άλλαζε επαναστατικά. Ο Γιωτόπουλος δεν γεννήθηκε 17Ν. Γεννήθηκε σκιά και έτσι μένει μέχρι σήμερα, στα εβδομηντατέσσερά του.

Ο παράνομος Κουφοντίνας είναι εντελώς διαφορετική περίπτωση. Όχι ότι η έξοδός του στην παρανομία ήταν συμπτωματική, λόγω του συμβάντος με το αυτοκίνητο του πατέρα του. Ο Κουφοντίνας επεδίωξε την παρανομία αλλά για εντελώς διαφορετικούς λόγους από εκείνους του Γιωτόπουλου. Ο Δημήτρης Κουφοντίνας ήταν δεμένος με την πραγματική ζωή, με την οικογένειά του, με το σχολειό, με τους φίλους, με τη δουλειά τα καλοκαίρια, με το μαζικό κίνημα, με τους συντρόφους. Αλλά γεννήθηκε μέσα στην αριστερά των ηρωικών παραδόσεων, των αγώνων και κυρίως της θυσίας. Ο Δημήτρης, από πολύ μικρός, σκεφτόταν ότι η ζωή έχει νόημα όταν αγωνίζεσαι για το δίκαιο και το καλό της κοινωνίας. Αυτό το καλό και το δίκαιο έμαθε να το αναζητά στην αριστερά.

Το πέρασμα του Κουφοντίνα από το ΠΑΣΟΚ του έδωσε αλλά και του έδειξε πολλά. Θεώρησε ότι αυτό το σχήμα είχε αρκετά εσωτερικά κενά αλλά και αντιφάσεις για να μπορέσει να ανταποκριθεί σε αυτό που έθετε σαν στρατηγικό στόχο : τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Δεν ήταν μόνος του σ' αυτόν τον προβληματισμό ο Δημήτρης. Πάρα πολλοί ήταν εκείνοι που έφυγαν τον καιρό εκείνο, το 76-77, από το ΠΑΣΟΚ. Και επίσης ο Κουφοντίνας δεν ήταν μόνος του στον προβληματισμό για ένοπλο αγώνα. Ήταν κι άλλοι πολλοί, εκείνη την εποχή. Μόνο που εκείνος δεν το έλεγε μόνο αλλά το εννοούσε.

Όταν ο Κουφοντίνας αποφάσισε να προσχωρήσει στο ένοπλο κίνημα, θέλησε να αφοσιωθεί αποκλειστικά γιατί αυτός είναι ο χαρακτήρας του: ότι κάνει να το κάνει σωστά. Βγήκε στην παρανομία για να αποφύγει κάθε περισπασμό. Για τον Κουφοντίνα που γνώρισα, αυτή ήταν η υπέρτατη θυσία.

Ο Κουφοντίνας έχει ένα ελάττωμα που το έχω κι εγώ κι έτσι τον καταλαβαίνω πιο εύκολα. Είναι ψυχαναγκαστικός. Ότι αρχίζει θέλει να το τελειώνει. Νομίζω ότι κατάλαβε σχετικά έγκαιρα ότι το πράγμα δεν οδηγούσε πουθενά. Η επιλογή να κάνει παιδί που μάλλον είναι θανάσιμο σφάλμα για έναν παράνομο, μου λέει ότι είχε αρχίσει να χλομιάζει το φως του αγώνα που σβήνει οτιδήποτε άλλο από τον χάρτη της ζωής του μαχητή. Ο Κουφοντίνας έχασε συνειδητά μια οικογένεια αλλά αποζήτησε μια άλλη. Ο ψυχαναγκαστικός του χαρακτήρας δεν του επέτρεψε να βάλει τέλος στην επαναστατική του δράση.

Ο Κουφοντίνας δεν ήταν δυνατόν να υποστείλει τη σημαία. Θα ήταν ο τελευταίος, αυτός που θα έκλεινε την πόρτα. Όσο υπήρχε ο άνθρωπος - σκιά, ο Γιωτόπουλος που δε μπορούσε να ζήσει χωρίς αυτό, ο Κουφοντίνας δεν θα αποχωρούσε.

Ο Δημήτρης Κουφοντίνας γεννήθηκε 17Ν. Προσωπικά θα επιθυμούσα να μην πεθάνει 17Ν.



Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

ΤΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ;

Όσο γερνάω, τόσο δυσκολεύομαι να απαντήσω στο ερώτημα "τι άνθρωπος είναι ο...;". Φίλος μου ο Σμπώκος, φίλος μου και ο Κουφοντίνας. Φίλος μου ο Τριπολίτης, φίλος μου και ο Ράμφος. Διαφορετικές φιλίες, διαφορετικοί άνθρωποι, πράγματα που ενώνουν, πράγματα που χωρίζουν αλλά... αλλά τι άνθρωποι είναι; Κι εγώ τι άνθρωπος είμαι; Ανατριχιάζω αναλογιζόμενος αυτό το ερώτημα γιατί θα πεθάνω χωρίς να το έχω απαντήσει.

Ας ξεκινήσουμε από τα απλά. Είχα την τιμή να διαβάσω το πρώτο χειρόγραφο του βιβλίου του Κουφοντίνα. Γι αυτό είμαι σίγουρος : είναι τιμή να σε εμπιστεύεται ο Κουφοντίνας από τη στιγμή που σε γνωρίζει σχεδόν σαράντα χρόνια και όχι μόνο σε συνθήκες όπου το προσωπικό στοιχείο υποχωρεί μπροστά σε έκτακτες καταστάσεις που επιβάλλει ένας ακραίος σκοπός.

Για όποιον δε με καταλαβαίνει αλλά κάνει το εύλογο ερώτημα "μα ο Κουφοντίνας εμπιστεύτηκε και άτομα σαν τον Χριστόδουλο και τον Τζωρτζάτο" απαντώ : κατ' ανάγκη. Τέλος πάντων, είναι τιμή για μένα γιατί ο Κουφοντίνας είναι πρωτίστως έντιμος.

Το θέμα που ανακινήθηκε για το βιβλίο είναι αστείο. Από πού κι ως πού να απαγορευτεί το βιβλίο σε μια δημοκρατική χώρα; Τέτοια βιβλία, από εγκλείστους φυλακών, έχουν γραφτεί σε όλη την υφήλιο και έχουν γίνει μπεστ - σέλερ. Όχι μόνο από αντάρτες πόλης αλλά και από σκληρούς ποινικούς. Βιβλίο έγραψε κι εδώ ο συχωρεμένος ο Κοεμτζής και το πουλούσε σε πάγκο μέσα στα δικαστήρια της Ευελπίδων. Διανοήθηκε ο υπουργός να προτρέψει τους συγγενείς των θυμάτων να κάνουν αγωγή;

Ο σάλος δημιουργήθηκε επειδή το βιβλίο είναι πολιτικό.  Τα περί μνήμης των θυμάτων είναι μάλλον δικαιολογίες. Λυπάμαι που το λέω αλλά επειδή, όπως έγραψα, η πολιτική είναι για "κακά παιδιά", η "θυμώδης" εμπλοκή του Κώστα Μπακογιάννη με τα "ματωμένα χρήματα" με παραπέμπει μάλλον σε υπενθύμιση της υποψηφιότητάς του ως περιφερειάρχη. Άλλωστε ο άδικος και παράλογος χαμός του Παύλου Μπακογιάννη εξαργυρώθηκε έως τώρα πολλαπλώς από την οικογένεια.

Έχω καιρό που διάβασα το χειρόγραφο, προφανώς το τελικό κείμενο διαφέρει και δεν θυμάμαι αν υπάρχουν υβριστικές ή ίσως συκοφαντικές αναφορές στα θύματα. Αν πάντως υπάρχουν τέτοιες, οι συγγενείς των θυμάτων όντως οφείλουν να κάνουν αγωγή. Σίγουρα θα έκανα το ίδιο, αν ήμουνα στη θέση τους. Απομένει φυσικά να δούμε ποια θα είναι η αντίδραση του Κουφοντίνα σ΄αυτή την περίπτωση και τι στοιχεία θα μπορούσε να προσκομίσει.

Αυτό που θυμάμαι από το βιβλίο - το οποίο ασφαλώς θα ξαναδιαβάσω στην τελική του μορφή - είναι ότι γράφτηκε σε μια οικεία και άμεση γλώσσα ώστε να κάνει την προσωπική αγωνία - με την γενικότερη έννοια - να περάσει ωσμωτικά στον αναγνώστη που θα ενδιαφερθεί ειλικρινά για το θέμα. Και εδώ είναι το ζήτημα : το βιβλίο δεν είναι γραμμένο για μπεστ - σέλερ γιατί δεν κάνει πιασάρικες αποκαλύψεις και αποφεύγει επιμελώς να αναφερθεί σε ονόματα που θα προκαλούσαν κάποιο θέμα. Το κοινό του είναι περιορισμένο, κατά τη γνώμη μου. Θεωρώ λοιπόν μάλλον πρόχειρη την τοποθέτηση του Μπακογιάννη για "ματωμένα χρήματα" εφ' όσον νομίζω ότι δεν πρόκειται να βγουν ιδιαίτερα χρήματα - ματωμένα ή όχι.

Γιατί λοιπόν έγραψε το βιβλίο ο Κουφοντίνας; Πιστεύω ότι το έγραψε για τον ίδιο λόγο που παραδόθηκε το 2002. Θέλησε να υπερασπιστεί και πάλι αυτό στο οποίο επένδυσε - καλώς ή κακώς - όλη του τη ζωή και να βγάλει προς τα έξω ακόμη μια φορά μια εικόνα που απέχει κατά παρασάγγας από εκείνη που έβγαλαν τα περισσότερα μέλη της 17Ν. Στη σημερινή ευνοϊκή γι αυτόν συγκυρία - με την κατάρρευση της αξιοπιστίας της πολιτικής και των πολιτικών - ο Κουφοντίνας θέλει να φωνάξει "εμείς τα λέγαμε", σβήνοντας από το πλάνο την γελοιότητα κάποιων μελών της οργάνωσης και προσδίδοντας στον χαρακτήρα του όλου, δηλαδή της 17Ν, τα χαρακτηριστικά αυτού του ιδίου, του αναμφισβήτητα έντιμου και αξιοπρεπούς.

Ο Κουφοντίνας θέλει τα μέλη της οργάνωσης να έχουν τα χαρακτηριστικά που υπαινίσσονται οι ενέργειες της. Ο Γιωτόπουλος ενδιαφέρεται μόνο για αυτό που "λένε" οι ενέργειες της οργάνωσης και αδιαφορεί για το ποιος τις κάνει. Από δω ξεκινάει και η στάση της μη αποδοχής της συμμετοχής του : δεν έχω να υπερασπιστώ τίποτα, οι ενέργειες μιλάνε από μόνες τους. Χαώδης η διαφορά των δύο ανδρών. Ο Κουφοντίνας αισθάνεται την ανάγκη να υπερασπιστεί την τιμή της πραγματικής οργάνωσης και όχι αυτής που υπήρχε στη φαντασία του κόσμου. Ο Γιωτόπουλος προτιμά το μυστήριο.

Η αλήθεια είναι ότι η παράδοση Κουφοντίνα και η μετέπειτα στάση του άλλαξαν το κλίμα και μετέτρεψαν τους εύγλωττους Χριστόδουλο, Τζωρτζάτο, Σάββα και άλλους ξανά σε επαναστάτες. Αλλά αυτό είναι ψευδαίσθηση. Ο Χριστόδουλος είναι ο Χριστόδουλος. Αυτός που όταν γυρίσει θα μας γαμήσει και γελάει όλη η κοινωνία με τα χάλια του. Και ήταν μέλος της 17Ν. Αυτό δε μπορεί να το διαγράψει κανένας Κουφοντίνας.

Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

ΤΑ ΕΙΔΗ ΤΩΝ ΚΟΜΠΛΕΞ

Πόσα είδη κόμπλεξ υπάρχουν; Αυτό το ξέρουν ψυχολόγοι και ψυχίατροι. Εγώ ξέρω μόνο τρία: κόμπλεξ ανωτερότητας, κόμπλεξ κατωτερότητας και κόμπλεξ της συμπρωτεύουσας.

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΚΑ ΠΑΙΔΙΑ

Η ενεργός πολιτική - και όχι αυτή του καφενείου - είναι για τα κακά παιδιά. Το γράφει η αξεπέραστη βίβλος "Ο Ηγεμών" του Νικολό Μακιαβέλι αλλά το υπαινίσσεται και ο Πλάτων στην "Πολιτεία" όταν ισχυρίζεται ότι οι Φύλακες - δηλαδή οι πολιτικοί ηγέτες - μπορούν να ψεύδονται αν αυτό είναι καλό για την Πολιτεία.

Τα κακά παιδιά είναι για την πολιτική, τα καλά παιδιά - σαν και μένα - για τον Παράδεισο. Ευτυχώς το κατάλαβα εγκαίρως.

ΓΑΜΟΦΙΔΑ

Ο μακράν καλύτερος ποδοσφαιρικός σχολιαστής, τουλάχιστον σε ότι αφορά τον Ολυμπιακό, είναι ο Κώστας Νικολακόπουλος. Ο άνθρωπος μας είχε προϊδεάσει τόσο για τον διαιτητή όσο και για τους επόπτες του χθεσινού αγώνα.

Δεν αναφέρομαι μόνο στο κροσέ του Ινσαουράλδε που δεν πρόφτασε να πατήσει το πόδι του στην Τούμπα και έμαθε πώς να πουλάει οπαδιλίκι. Φυσικά αν δεν κάνει ο αθλητικός δικαστής το καθήκον του για μια απερίγραπτη προσβολή του αθλήματος που είδε όλος ο κόσμος πλην Κάκου και του "βοηθού" του, θα γελάσουν μεν και οι πέτρες αλλά θα δικαιωθούν και νοοτροπίες που θέλουν τα ματς να παίρνονται με "φωτιά και τσεκούρι".

Ο Κάκος είναι υπότροπος στην ανοχή στην πυγμαχία. Προηγήθηκε η μυθική γροθιά του άλλου καλόπαιδου, του Πάμπλο Γκαρσία, στον Ντιόγο. Αλλά αυτά είναι τα φανερά.

Τι έκανε χθες ο Κάκος που περνάει όλους τους άλλους για χαζούς;

α. Ο πολύ μέτριος χθες ΠΑΟΚ βάσισε το παιχνίδι του σε βαθιές μπαλιές προς τους επιθετικούς, κυρίως τον Αθανασιάδη και ότι ήθελε προκύψει. Προέκυψε το ολέθριο σφάλμα του Μανωλά και το πρώτο γκολ. Το ενδιαφέρον όμως ήταν ότι ουδέποτε δόθηκε φάουλ εις βάρος του ΠΑΟΚ σε διεκδίκηση στον αέρα σε τέτοιες μπαλιές. Τι έγινε σε αντίστοιχες μπαλιές του ασφαλώς χλωμού χθεσινού Ολυμπιακού; Σχεδόν όλες σφυρίχτηκαν φάουλ και κάθε απόπειρα επίθεσης σταματούσε εν τη γενέσει.
β. Το σημαιάκι του οφσάιντ στις οριακές φάσεις σηκωνόταν μόνο εις βάρος του Ολυμπιακού. Κάνα- δυο φορές παίχτες του Θρύλου έβγαιναν μόνοι τους και τους σταμάτησε το κοράκι. Αντίθετα στον ΠΑΟΚ αφέθηκαν επικίνδυνες φάσεις από προφανή θέση οφσάιντ.
γ. Το καλύτερο. Ο ΠΑΟΚ με ευρωπαίο διαιτητή θα τελείωνε το ματσάκι με εφτά. Ο Κάτσε από το πρώτο ημίχρονο, ο Ινσαουράλδε με κλωτσιές και τα καλόπαιδα Λούκας και Τζαβέλας θα είχαν κάνει ντους στα αποδυτήρια πριν σφυρίξει το τρένο τρεις φορές. Το φαντάζεστε;

Δεν χρειάζεται ο διαιτητής να δώσει ψεύτικο πέναλτι ή να κατακυρώσει άκυρο γκολ. Αρκεί να μην αφήσει τη μια ομάδα να παίξει.

Πριν από το παιχνίδι είπα στην παρέα ότι ο Κάκος είναι φίδι. Κατά την διάρκεια του αγώνα, ρέφερι και βοηθοί προήχθησαν σε γαμόφιδα.

ΓΙΑΤΙ ΚΟΥΡΑΖΩ ΚΑΙ ΚΟΥΡΑΖΟΜΑΙ

Το να κάνω ένα προσωπικό blog ήταν μια ξαφνική απόφαση που όμως έχει μια προϊστορία προβληματισμού.

Συμμετείχα στο ΠΑΜΚ ΓΚΥΖΗ που ήταν ένα blog παλιών φίλων. Το εγχείρημα μου άφησε πολύ καλές αναμνήσεις αλλά και την για πολλοστή φορά επιβεβαίωση της διαπίστωσης ότι η συλλογικότητα απαιτεί συναινέσεις που θα αποτρέπουν τον ευνουχισμό των προσώπων ή το καπέλωμά τους. Η από μέρους μου εφαρμογή της άποψης ότι το ΠΑΜΚ ΓΚΥΖΗ ήταν τόπος συνάντησης παλιών φίλων με ελευθερία κινήσεων και έκφρασης από τον καθένα έφερε ένα πληθωρισμό "ελαφρών" αναρτήσεων εκ μέρους μου που έδιωχναν από το προσκήνιο δουλεμένες αναρτήσεις άλλων φίλων. Αυτό φυσικά ήταν ένα άδικο καπέλωμα που το συνειδητοποίησα εκ των υστέρων. Από την άλλη, η συμμόρφωση σε νόρμες και ταχύτητες αποκλειστικά βαρυσήμαντου δημοσιογραφικού σχολιασμού ένοιωθα ότι στερεί από το blog τη φρεσκάδα και τη δροσιά και εμένα προσωπικά με ευνούχιζε. Το "συλλογικό" blog κατέληξε να ενημερώνεται σχεδόν αποκλειστικά από εμένα και η επαφή μέσω διαλόγου περίπου να εξαφανιστεί. Ήμουνα εκείνος που κλείδωσε τελευταίος την πόρτα.

Παρόμοια κατάληξη είχε και η απόπειρα του αθλητικού blog ΒΑΜΜΕΝΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΥΑΛΙΑ, με σχολιασμό αθλητικών δρώμενων που αφορούν στο μεγαλύτερο σύλλογο της χώρας, τον Ολυμπιακό. Θεώρησα ότι η εξ απαλών ονύχων αγάπη που έχουμε τόσο προσωπικά, όσο και ο παιδικός μου φίλος Βαγγέλης Λογαράς για τον Θρύλο αλλά και η ταύτισή μας στην κριτική αντιμετώπιση της δραστηριότητάς του θα πρόσφερε χώρο σε μια γόνιμη συζήτηση γύρω από αυτό που είναι το μεράκι μας. Ο Βαγγέλης το είδε το ζήτημα πιο χαλαρά αντίθετα με μένα που ήθελα να το τρέξω για να βρούμε ανταπόκριση και να υπάρξει διάλογος με όσο το δυνατόν περισσότερους και το αποτέλεσμα ήταν να τσακωθούμε, φυσικά προσωρινά. Για άλλη μια φορά κατάλαβα ότι πιέζω καταστάσεις και δημιουργώ άγχος.

Μετά από την δεύτερη απόπειρα είπα να μην ξαναγράψω και να περιοριστώ σε σκέψη και συζήτηση πάνω στα θέματα που με ενδιαφέρουν. Κατάλαβα ότι αν δεν συστηματοποιείς και δεν εκφράζεις τις σκέψεις σου σε κείμενο, μικρό ή μεγάλο, δεν τις χάνεις απλά αλλά τις αφήνεις και ανολοκλήρωτες. Κατέληξα λοιπόν στο να συνεχίσω να γράφω. Και αν με ρωτήσετε γιατί δεν γράφω αποκλειστικά για τον εαυτό μου θα σας απαντήσω ότι πρωτίστως γράφω γι αυτόν αλλά δε με χαλάει καθόλου μια ανταλλαγή απόψεων. Το blog όμως είναι πλέον προσωπικό με μότο την λαϊκή σοφία "μοναχός σου χόρευε κι όσο θέλεις πήδα".